Μία νέα κυκλοφορία από τους Anthrax αποτελεί πάντα μία καλή είδηση για τους απανταχού headbangers και το “For All Kings” δεν θα μπορούσε να είναι εξαίρεση. Αυτή τη φορά οι Νεουρκέζοι δεν άφησαν να περάσουν 8 χρόνια (το διάστημα ανάμεσα στο “We’ve Come For You All” και το “Worship Music”) και έτσι επιστρέφουν ύστερα από 4 ½ χρόνια διασκογραφικής απουσίας. Προσωπικά, δεν είχα ξετρελαθεί από το “Worship Music”…ήταν ένας καλός δίσκος με 5 πολύ αξιόλογες συνθέσεις αλλά ως εκεί. Έχοντας μεγαλώσει στα 80ς με τους Anthrax περίμενα περισσότερα πράγματα από αυτούς. Επαναλαμβάνω όμως ότι δεν ήταν ένας κακός δίσκος.
Θα λέγαμε ότι το “For All Kings” συνεχίζει στο ίδιο πάνω κάτω μοτίβο με τον προκάτοχό του αλλά αυτή τη φορά είναι περισσότερο εμπλουτισμένο με πιο μοντέρνες πινελιές ενώ και η καθαρόαιμες thrash στιγμές είναι εμφανώς λιγότερες. Το album ανοίγει με το καλύτερο τραγούδι του δίσκου, το “You Gotta Believe”. Ένα κλασικό Anthrax κομμάτι που θυμίζει τις ένδοξες μέρες του παρελθόντος. Η συνέχεια με το “Monster At The End” μπορεί να μην είναι ανάλογη αλλά σίγουρα δεν την προσπερνάς στα πεταχτά αφού οι Anthrax παντρεύουν τους…Disturbed (στο κουπλέ) με τους ύστερους Machine Head (στο ρεφραίν) ενώ και το ομώνυμο κομμάτι που ακολουθεί είναι και αυτό πολύ καλό. Στη συνέχεια υπάρχει μία «κοιλιά» με κάποιες –κατά το μάλλον ή ήττον- απλώς ΟΚ στιγμές ενώ προς το τέλος συναντάμε τρία ακόμη highlights με τα “Defend Avenge”, “All Of Them Thieves” και “Zero Tolerance”.
Όσον αφορά την απόδοση της μπάντας, αυτή είναι αναμενόμενα αψεγάδιαστη με το νέο κιθαρίστα Jon Donais να τα πηγαίνει περίφημα ενώ χωρίς να είμαι ειδικός η φωνή του Belladonna δείχνει να έχει υποστεί σημαντική επεξεργασία στο studio.
Tο “For All Kings” δεν είναι ένα κακό album…θα έλεγα ότι κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με το “Worship Music” και ίσως είναι ένα κλικ κατώτερο από αυτό. Όλοι εκείνοι που αναζητούν και περιμένουν από τους Anthrax το άριστο, δεν θα ικανοποιηθούν σε απόλυτο βαθμό. Από την άλλη έχουμε 2016 και όχι 1986…μην το ξεχνάμε.
Highlight: Το εξαιρετικό εξώφυλλο του Alex Ross.