Οι Black Trip ήταν αρχικά μια ατομική υπόθεση για τον Peter Stjärnvind, έναν drummer που έγινε κιθαρίστας, ο οποίος έγραφε όλη τη μουσική και τους στίχους. Στο δεύτερο πλέον άλμπουμ “Shadowline” η δουλειά γίνεται πιο ομαδική και το συγκρότημα ανοίγει τα φτερά του, ενώ ήδη επεξεργάζεται υλικό για το επόμενο. Στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής ο Peter μας μιλάει για τον τρόπο που γράφει μουσική, τα highlights του νέου άλμπουμ, τις ικανότητές του στην κιθάρα, που θα οδηγούσε την χρονομηχανή του και άλλα πολλά και ενδιαφέροντα σε μια κουβέντα που θα μπορούσε να συνεχίζεται με τις ώρες. Συνέντευξη: Γιάννης Δόλας
Rockpages.gr: Το ντεμπούτο άλμπουμ σας “Going Under” έγινε δεκτό με πολύ καλές κριτικές. Αυτό ήταν κάτι που σας προκάλεσε πίεση όταν δουλεύατε για το διάδοχό του;
Peter Stjärnvind: Όχι καθόλου να σου πω την αλήθεια. Δεν αισθάνθηκα καθόλου πίεση ούτε και για το “Going Under”. Είχα γράψει όλο το άλμπουμ αρκετά χρόνια νωρίτερα και ήμουν αρκετά ικανοποιημένος που είχα απλά βγάλει ένα άλμπουμ και μου έκανε εντύπωση που σε κάποιους άρεσε και οι κριτικές ήταν καλές. Οπότε, στο “Shadowline” μου ήταν πολύ πιο εύκολο να γράψω τραγούδια. Ήταν πιο φυσικό σαν διαδικασία αφού παίζαμε σαν συγκρότημα πολύ περισσότερο από όσο πριν από το πρώτο άλμπουμ και κατά κάποιο τρόπο κατάλαβα πως μπορώ να γράφω καλύτερα τραγούδια. Έτσι, ποτέ δεν σκέφτηκα κάτι για αυτό το άλμπουμ και η αλήθεια είναι ότι μου αρέσει να διαβάζω, αλλά αν μπεις στο ίντερνετ πάντα θα βρεις αυτούς που θα αποθεώνουν αυτό που έχεις κάνει και αυτούς που θα το μισούν. Αν κάτσεις και δώσεις πολύ σημασία θα σε πιάσει κατάθλιψη. Γράφω τραγούδια και όταν γράψω κάτι σαν το “Die With Me”, το τελευταίο κομμάτι που έγραψα για το “Shadowline”, είμαι τόσο ικανοποιημένος που αράζω πίνω κανένα ουίσκι και σκέφτομαι “αυτό το κομμάτι θα βγει πολύ καλό”. Αυτή είναι η ικανοποίησή μου. Δεν μπορώ να κάνω κάτι πιο πάνω από τις δυνατότητές μου. Κι αν δεν αρέσει στον κόσμο δεν τρέχει τίποτα… εμένα με ικανοποιεί, αλλά αν δεν τους αρέσει δεν πρόκειται να νιώσω πίεση για κάτι τέτοιο γιατί γράφω τραγούδια με τον τρόπο μου, όπως ο κάθε συνθέτης και δεν σκέφτομαι τι θα σκεφτεί ο καθένας για τα τραγούδια. Με αυτό τον τρόπο θα έχανα τον αυθορμητισμό και την όλη ουσία του rock’n’roll… και στην τελική για τραγούδια μιλάμε… προσπαθώ να γράφω όσο καλύτερα τραγούδια μπορώ και έχω γράψει και αρκετά πριν το άλμπουμ. Έκανα ό,τι κάνω πάντα και κράτησα τα τραγούδια για τα οποία νοιώθω πιο άνετα. Δεν μπορείς να κάνεις πολλά παραπάνω… κάποιοι λένε ότι το “Shadowline” είναι πιο φυσικό, πιο κλασικό, πιο rock από hard rock. Αλλά αυτό εξαρτάται πάντα από τον ακροατή και το τι θα ακούσει. Νόμιζα ότι το πρώτο single από το άλμπουμ θα ήταν το “Danger”, αλλά στη Γερμανία ξαφνικά ήταν το “Berlin Model 32” και αυτή δεν ήταν μια δική μου επιλογή. Το διάλεξε η εταιρεία μας στη Γερμανία και άρεσε στον κόσμο, ποιος είμαι εγώ για να κρίνω; έχω τα δικά μου αγαπημένα τραγούδια και ο κόσμος τα δικά του, όπως συμβαίνει συνήθως με τη μουσική. Ακούς κάτι κι εγώ ακούω κάτι εντελώς διαφορετικό. Έτσι είμαι κι εγώ όταν ακούω το τρίτο άλμπουμ μιας μπάντας και λέω “το πρώτο ήταν το καλύτερο”. Οι κριτικές για το άλμπουμ μέχρι στιγμής είναι στο 8 ή το 85% που είναι λίγο παραπάνω από το πρώτο μας, πράγμα που με ξάφνιασε γιατί συνήθως ο κόσμος προτιμάει το πρώτο. Αυτή τη στιγμή έχω ήδη γράψει πέντε τραγούδια για το τρίτο μας άλμπουμ, οπότε δεν σκέφτομαι ακόμα το “Shadowline”. Όταν κυκλοφόρησε το πρώτο μας άλμπουμ είχα ήδη γράψει το “Danger” και το παίζαμε ήδη δυο χρόνια στις συναυλίες. Οπότε, γράφω όταν όταν το αισθάνομαι και ήδη έχω γράψει δυο φοβερά κομμάτια και στο στούντιο έχουμε τουλάχιστον άλλα τρία σαν demo, ή στον υπολογιστή μου. Μου αρέσει να είμαι δημιουργικός. Κοιμάμαι καλύτερα όταν έχω στο μυαλό μου ένα καινούριο τραγούδι που θέλω να το ηχογραφήσω σαν demo. Αυτό είναι που με ικανοποιεί περισσότερο. Θα ήταν τραγικό αν καθόμουν και απολάμβανα τι σκέφτεται ο κόσμος για αυτό το άλμπουμ γιατί έτσι θα έχανα τη δημιουργικότητά μου για να κάνω κάτι καινούριο. Για μένα το άλμπουμ έχει τελειώσει. Δεν το ακούω πια. Έπαιξα τα κομμάτια live και αυτό ήταν, δεν τα σκέφτομαι πια γιατί δεν το βλέπω από την μεριά του ακροατή, γιατί ηχογραφήσαμε το Φεβρουάριο, η μίξη τελείωσε το Μάρτιο και τώρα έχουμε Σεπτέμβριο. Για μένα είναι ένας τελειωμένος δίσκος, έτσι το βλέπω. Σαν μουσικός σκέφτεσαι νέες ιδέες για να είναι πιο δημιουργικός και αυτό είναι το συναρπαστικό με τη μουσική: να μην κάθεσαι και να χαλαρώνεις για πολύ καιρό. Χαίρομαι όταν ακούω καλά νέα και δεν ανησυχώ και τόσο για τις κριτικές γιατί δεν υπάρχει κάτι που μπορείς να κάνεις για αυτές έτσι κι αλλιώς.
Rockpages.gr: Αν σου ζητήσω να μου περιγράψεις το “Shadowline” με πέντε λέξεις ποιες θα είναι αυτές;
Peter Stjärnvind: Χμμμ, κλασσικό, heavy, rock από τα ’70s!
Rockpages.gr: Ανέφερες το “Danger” ένα από τα καλύτερα κομμάτια του άλμπουμ κατά τη γνώμη μου, αν και είναι δύσκολο να επιλέξεις μέσα σε τόσο καλό υλικό. Μπορείς να μας πεις δυο λόγια για αυτό και το ανατολίτικο riff με το οποίο αρχίζει το τραγούδι; πως προέκυψε αυτό;
Peter Stjärnvind: Όπως σου είπα το βασικό riff το έγραψα ίσως δυο εβδομάδες μετά την κυκλοφορία του “Going Under” και ουσιαστικά το τραγούδι γράφτηκε από μόνο του. Μου πήρε δυο μέρες να το τελειώσω σε χαλαρούς ρυθμούς. Η μουσική και οι στίχοι μου ήρθαν φυσικά, ήταν από τα πιο εύκολα κομμάτια στο άλμπουμ. Αυτό συμβαίνει κάποιοες φορές, έχεις ένα riff που σε οδηγεί για το υπόλοιπο τραγούδι και δεν θυμάμαι πως προέκυψε… καθόμουν στο χαλί, έβλεπα μια ταινία και έπαιξα το riff, ενώ μετά του άλλαξα το μοτίβο. Από τα 4/4 πάει στα 3/4 και αυτό είναι. Πίστευα ότι θα είναι ένα cool κομμάτι και σύντομα είχα και τα κουπλέ και το ρεφρέν. Μου βγήκε αβίαστα. Και όπως είπα το έγραψα πριν από δυο χρόνια στο παλιό μου διαμέρισμα, οπότε μου είναι δύσκολο να θυμηθώ τι σκεφτόμουνα όταν το έγραφα. Αν και το παίζαμε ζωντανά για δυο χρόνια ακόμα θεωρώ ότι είναι ένα από τα καλύτερα του άλμπουμ γιατί είναι τόσο εύκολο να το θυμάσαι! Τα παιδιά μου τραγουδούν τη μελωδία όταν ακούν το τραγούδια και αυτό είναι καλό, μια καλή δυνατή μελωδία πάει ένα τραγούδι πολύ μακριά.
Rockpages.gr: Για μένα το πιο εύκολο τραγούδι να θυμηθείς είναι το “Shadowline”… θα μας πεις και γι’ αυτό;
Peter Stjärnvind: Ναι! Αυτό είναι από τα τραγούδια που δεν έγραψα εγώ. Στο πρώτο μας άλμπουμ έγραψα όλα τα τραγούδια, αλλά σε αυτό έγραψα έξι από τα δέκα, αφού ουσιαστικά το “Rooms” είναι μια εισαγωγή. Ο Joseph (σσ Joseph Tholl, φωνή) έγραψε το “Shadowline” και το “The Storm”, ο Sebastian (σσ Sebastian Ramstedt, κιθάρα) έγραψε το “Sceneries” και ο Jonas (σσ Jonas Wikstrad, τύμπανα) έγραψε το “Berlin Model 42”. Αλλά, το “Shadowline” το είχαμε σε demo μορφή και ήταν πολύ κοντά σε αυτό που τελικά εξελίχθηκε. Είναι εύκολο να το θυμάσαι. Σου κολλάει στον εγκέφαλο. Ενώ το “Danger” είναι πιο κιθαριστικό και αυτό που θα τραγουδήσεις στο ντους είναι η μελωδία από τις κιθάρες, στο “Shadowline” θα κολλήσεις με τις φωνητικές γραμμές. Το 90-95% του κόσμου που ακούει μουσική, εκτός από μας τους ροκάδες, ακούνε πρώτα και πάνω από όλα τα φωνητικά. Ρώτα τη μάνα σου, τι ακούει; ακούει τα φωνητικά. Αυτό είναι που ακούει ο κόσμος σε ένα τραγούδι και γι’ αυτό είναι και τόσο σημαντικά. Γιατί, αν είσαι ντράμερ, τότε ίσως θα προσέξεις τα τύμπανα, αλλά πρέπει να έχεις υπόψη σου ότι οι περισσότεροι προσέχουν τα φωνητικά. Και οι φωνητικές γραμμές είναι δυνατές σε αυτό το κομμάτι. Νομίζω ότι αυτό ακριβώς το έκανε και το πιο κατάλληλο για να δώσει τον τίτλο του στο άλμπουμ.
Rockpages.gr: Δουλέψατε με τον Nicke Andersson για το “Shadowline”, πως ήταν η συνεργασία μαζί του, δεδομένου ότι και εκείνος έχει κάνει την ίδια μετάβαση με σένα από drummer σε κιθαρίστας και τραγουδιστής;
Peter Stjärnvind: Όταν έφυγε από τους Entombed σαν ντράμερ τους πρότεινε να πάρουν εμένα στη θέση του και τελικά έπαιξα με το συγκρότημα για 9 χρόνια. Μετά επικεντρώθηκε στην κιθάρα σε κάτι πιο rock… δεν το είχαμε σχεδιάσει υποθέτω… θέλαμε να ηχογραφήσουμε ένα άλμπουμ στο στούντιό του, χωρίς καμία αμφιβολία αυτό ήταν επιλογή μας. Είναι πάρα πολύ δημιουργικός σαν παραγωγός! Αυτός διαμόρφωσε τον ήχο του άλμπουμ! Ενώ, έκανε πολλές προτάσεις για τα τραγούδια. Για παράδειγμα μας είπε “αυτό το riff” είναι πολύ μεγάλο, ενώ είχε κι άλλες ιδέες, όπως για παράδειγμα σε ένα άλλο κομμάτι μας είπε να προσθέσουμε περισσότερο hi-hat για να ακούγεται περισσότερο σαν Judas Priest! Έχει πολύ καλό ήχο… επίσης, έχει τη δική του μπάντα, τους Imperial State Electric, κι εγώ τους Black Trip στους οποίους είμαι απόλυτα αφοσιωμένος. Δεν θα έλεγα ότι το παίζω αφεντικό, αλλά ξεκίνησα το συγκρότημα και είναι το συγκρότημά μου, οπότε δεν αφήνω σε κάποιον άλλο το να παίρνει τις αποφάσεις. Εγώ έχω τον τελικό λόγο για τα τραγούδια, την ηχογράφηση, το artwork, τα πάντα… νομίζω πως όταν γράφεις τραγούδια σκέφτεσαι πάντα με τον δικό σου τρόπο, οπότε είναι καλό να έχεις κάποιον με φρέσκα αυτιά του οποίου την άποψη εμπιστεύεσαι για να ακούσει τα τραγούδια σου για πρώτη φορά. (Ο Nicke) μας πρότεινε πράγματα που δεν θα είχα σκεφτεί ποτέ όταν έγραφα τα τραγούδια γιατί είναι εκτός μπάντας και είναι πολύ ικανός στο να “καθαρίζει” τα τραγούδια. Μόλις φύγαμε από το στούντιο ήξερα ότι θα ξανακάνουμε ένα άλμπουμ μαζί του όταν έρθει η ώρα. Από τη στιγμή που είδα πόσο άνετοι είμαστε μαζί του… Σίγουρα!
Rockpages.gr: Η δουλειά στις κιθάρες στο άλμπουμ είναι καταπληκτική. Ποιοι είναι οι κιθαρίστες που θαυμάζεις;
Peter Stjärnvind: E, όλοι οι κλασσικοί κιθαρίστες θα έλεγα… έτσι κι αλλιώς εγώ δεν πρόκειται ποτέ να γίνω ο μάστερ της κιθάρας, το ξέρω πολύ καλά. Ποτέ δεν πρόκεται να κάνω τόση εξάσκηση για να γίνω ο πιο γρήγορος κιθαρίστας του κόσμου, γιατί δεν έχει νόημα και δεν θα μπορούσα να τα καταφέρω έτσι κι αλλιώς. Έτσι, προσπαθώ να εστιάσω στο να παίζω cool bluesy κλίμακες που ακούγονται ωραία στη μουσική. Παίζω κιθάρα εδώ και τρία χρόνια. Σοβαρά, όταν ξεκινήσαμε να κάνουμε πρόβες για το πρώτο άλμπουμ, για την ηχογράφηση και τις συναυλίες, τότε κατάλαβα πόσο δύσκολο είναι να παίζεις κιθάρα σε ένα στούντιο με ενισχυτές, feedback και να πρέπει να χτυπάς δυνατά τις χορδές και να μην κάνεις λάθη. Ήταν πολύ δύσκολο για μένα σαν πρώην ντράμερ, αφού έπρεπε να μάθω τα πάντα από την αρχή. Δούλεψα πολύ σκληρά και δεν έκανα εξάσκηση μόνος μου, γιατί ήμουν πιο συγκεντρωμένος. Είμαι πολύ ικανοποιημένος από την πρόοδό μου αυτά τα τρία χρόνια. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ ξανά δεν είχα προσέξει τόσο πολύ τους… Status Quo. Όταν έπαιζα τύμπανα σε death metal μπάντες είχα διαφορετικές ιδέες και άλλα πράγματα να προσέξω, αλλά τώρα που παίζω ’70s κιθάρα που δεν έχουν τόσο μεγάλη παραμόρφωση έχω την τάση να ακούω άλλους πάιχτες που έχουν ενδιαφέρον γιατί είναι πιο κοντά σε αυτό που κάνω τώρα. Είναι προτιμότερο να εμπνευστώ από τους Status Quo όταν παίζω κιθάρα, παρά από τους Death. O “Fast” Eddie Clarke των Motorhead είναι ο αγαπημένος μου old school κιθαρίστας. Είναι bluesy, δεν παίζει πολύ γρήγορα, αλλά παίζει τόσο καλά στα τραγούδια που τα κάνει να ακούγονται τόσο καλά. Είναι groove-αριστός, ενδιαφερόν χωρίς να το παρακάνει. Αυτό είναι εκπληκτικό! Μπορώ να ταυτιστώ πολύ περισσότερο με αυτό, παρά ακούγοντας Dream Theater, Yngwie Malmsteen, ή Jake E. Lee… δεν ξέρω τι κάνουν αυτοί έτσι κι αλλιώς!
Rockpages.gr: Πως πέρασες στην κιθάρα από τα τύμπανα;
Peter Stjärnvind: Στα συγκροτήματα που έπαιζα πιο παλιά, τους Entombed, Merciless και Murder Squad, έγραφα πάντα τραγούδια. Έχω γράψει τουλάχιστον πέντε ή έξι τραγούδια Entombed, αλλά πάντα είχα μια κιθάρα σπίτι για να γράφω demos. Αυτό μπορούσα να το κάνω, απλά για να δείξω στους άλλους τι να παίξουν, γιατί προφανώς εκείνοι έπαιζαν πολύ καλύτερα από εμένα. Φυσικά, είναι εντελώς διαφορετικό το να παίζεις κιθάρα από το να παίζεις τύμπανα. Αλλά, από την άλλη είναι φοβερό να γράφεις τραγούδια όταν έχεις στο μυαλό σου τα τύμπανα. Ξέρεις τι να κάνεις και τι ταιριάζει στα τραγούδια. Γιατί, έχω παίξει με κιθαρίστες στο παρελθόν και είναι προφανές ότι δεν σκέφτονται καθόλου τα τύμπανα όταν γράφουν τραγούδια! Εγώ σαν ντράμερ σκέφτομαι ολόκληρο το τραγούδι. Γράφω για όλη την μπάντα και όχι μόνο για τις κιθάρες.
Rockpages.gr: Αν είχες μια χρονομηχανή και μπορούσες να πας τους Black Trip σε όποια χρονιά, ή εποχή ήθελες, που θα τους πήγαινες και γιατί;
Peter Stjärnvind: Δεν ξέρω! Μάλλον, θα ήταν ωραίο να πηγαίναμε στο Woodstock το ’69 και να παίζαμε με Marshall ενισχυτές και πετάλια με παραμόρφωση και να τινάζαμε τα “παιδιά των λουλουδιών” με δυνατό hard rock, αυτό θα ήταν γαμάτο!
Rockpages.gr: Ποιές είναι οι προσδοκίες σου από τους Black Trip; Οι άλλοι παίζουν και σε άλλες μπάντες…
Peter Stjärnvind: Όχι όλοι! Εγώ, ο Johan και ο Sebastian ήμασταν στους Nifelheim, αλλά τώρα είμαστε αποκλειστικά στους Black Trip. Ο Joseph και ο Jonas έχουν τους Enforcer προφανώς, και παίζουν στην Ελλάδα συνεχώς! Μέχρι στιγμής δεν είχαμε κάποιο πρόβλημα με αυτό. Κάνουμε τα σχέδιά μας αρκετά πιο πριν, πρέπει να το κάνουμε αυτό έτσι κι αλλιώς. Σε δυο μέρες ξεκινάμε μια Ευρωπαική τουρνέ για δυο εβδομάδες. Τα πάντα γίνονται αν σχεδιάζεις από πριν. Μόνο έτσι μπορείς να το κάνεις να δουλέψει. Μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει κάποιο πρόβλημα.
Rockpages.gr: Και οι Enforcer αλλά και οι Black Trip έχουν υπογράψει σε πολύ μεγάλες εταιρείες. Εσείς είστε στην SPV και οι Enforcer στη Nuclear Blast. Τι έχεις να πεις για το έντονο ενδιαφέρον των μεγάλων εταιρειών στον ρετρό ήχο που παίζετε εσείς και οι Enforcer;
Peter Stjärnvind: Δεν μπορώ να μιλήσω για λογαριασμό των Enforcer, αλλά μου έχει κάνει πολύ μεγάλη εντύπωση η δική μας πορεία και οι κριτικές που έχουμε λάβει, ειδικά από τη Γερμανία. Οι Black Trip ήταν Νο.1 στο Rock Hard και οι Imperial State Electric Νο.3… για μένα είναι έκπληξη γιατί ανέκαθεν θεωρούσα ότι οι Γερμανοί είναι πιο πολύ του ακραίου ήχου, αλλά υποθέτω ότι η μουσική κάνει κύκλους και το κλασσικό rock δεν ακούγεται ποτέ κακό. Υποθέτω ότι πάντοτε θα υπάρχει κόσμος που ακούει κλασικό rock. Η εταιρεία τώρα είναι πολύ καλή μαζί μας. Ξεπουλήσαμε τα βινύλια δυο μέρες πριν βγει το άλμπουμ. Τα πρώτα χίλια-δυο χιλιάδες κομμάτια έφυγαν σε προπαραγγελίες, οπότε δεν είχαμε δίσκους στο release party μας για την Ευρωπαική κυκλοφορία του άλμπουμ! Αυτό ήταν τρομερό και μεγάλη έκπληξη. Δεν έχουμε κανένα παράπονο.
Rockpages.gr: Στις μέρες μας είναι πια άπειρα τα συγκροτήματα που εστιάζουν στον ρετρό ήχο που είναι επηρεασμένος από τα ’70s και ’80s. Τι είναι αυτό που κάνει τους Black Trip να ξεχωρίζουν;
Peter Stjärnvind: Αν παίζεις rock’n’roll ή hard rock, ή όπως θες να το πεις πρέπει να έχεις κάποια από τα συστατικά του για το κάνεις, αλλιώς δεν είναι hard rock. Είναι σαν να κάνεις πίτσα χωρίς τομάτα και τυρί, δεν είναι πίτσα αυτή, έτσι δεν είναι; οπότε, το ίδιο συμβαίνει και με τα συγκροτήματα που έχουν δυο κιθάρες, μπάσο, τύμπανα και φωνητικά, αλλά θα έλεγα ότι τουλάχιστον στη Σουηδία και στη Σκανδιναβία έχουμε ένα κενό ανάμεσα στις μπάντες που παίζουν σαν τους Judas Priest του ’84-’85, όπως ίσως είναι οι Enforcer και οι Ram και όλοι όσοι παίζουν metal με γρήγορη δίκαση και ψιλά φωνητικά και στα ρετρό των αρχών της δεκαετίας του ’70, όπως είναι οι Graveyard, οι Horisont κλπ. Υπάρχει ένα σημείο εκεί ανάμεσα, αυτό άλλωστε ήταν και το σχέδιο από την αρχή να ακουγόμαστε σαν να ερχόμαστε από το ’78-’79 και το ’81-’82, το κενό ανάμεσα στα ’70s και τα ’80s. Ελπίζω ότι δεν υπάρχουν τόσα πολλά συγκροτήματα με τον ήχο αυτής της εποχής, αλλά αυτή είναι ή άποψή μου, ή η ευχή μου! Τα πάντα εξαρτώνται από τους ακροατές, δεν ακούμε όλοι τα ίδια πράγματα.
Rockpages.gr: Ανέφερες το κενό από το ’79 στο ’82. Ακούμε πολλά συγκροτήματα σαν τους Black Trip που έχουν την ικανότητα να φτιάξουν καινούρια μουσική που είναι επηρεασμένη από εκείνη την εποχή. Από την άλλη, συγκροτήματα που υπήρχαν τότε και έβγαζαν δίσκους δεν μπορούν να βγάλουν καλά άλμπουμ πια. Φταίνε αυτά; ή μήπως οι απαιτήσεις μας είναι πολυ υψηλές και ό,τι κι αν κάνουν εμείς πάλι θα λέμε ότι δεν είναι σαν τα παλιά τους;
Peter Stjärnvind: Νομίζω ότι κάποιες μπάντες που έβγαλαν πολλά άλμπουμ από τα τέλη των ’70s και τις αρχές των ’80s προσπάθησαν να κάνουν μια αλλαγή και να παρουσιάσουν κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτά που έκαναν παλιά, ίσως επηρεασμένες από τις απαιτήσεις των δισκογραφικών… δεν ξέρω! Θα ήθελα να ακούσω τους Scorpions και τους Saxon να ηχογραφούν σε 8κάναλη κονσόλα στο στούντιο σαν live και να μη βάζουν αυτά τα ψηφιακά εξώφυλλα στα άλμπουμ τους, όπως κάνουν σήμερα. Δεν ξέρω τι φταίει, αλλά νομίζω ότι έχεις δίκιο. Υπάρχει μεγάλη διαφορά σε αυτά τα συγκροτήματα από το ξεκίνημά τους. Ίσως, κάτι ξέχασαν στην πορεία, δεν ξέρω! Είναι σαν αυτό που είχε πει ο Nicke Andersson σε ένα Σουηδικό περιοδικό κάποτε, ότι δηλαδή θα ήθελε να αναλάβει ο ίδιος την παραγωγή σε ένα νέο άλμπουμ KISS, γιατί θα έκανε κάτι σαν μια τομή ανάμεσα στο “Rock’n’Roll Over” και το “Dressed To Kill”. Νομίζω ότι έχει ένα δίκιο, γιατί κανείς δεν λέει στους KISS τι να κάνουν, ή πως να το κάνουν κι αν δεν ξέρουν οι ίδιοι το πως, τότε θα πάρουν έναν παραγωγό που δεν καταλαβαίνει τι έκαναν παλιά, ή μπορεί οι ίδιοι να μη θέλουν να δουλέψουν έτσι. Αυτό που πιστεύω παίζει ρόλο είναι το ενδιαφέρον και η έλλειψή του, ή η έλλειψη γνώσης. Είναι σαν τους Metallica, οι οποίοι έκαναν το “Garage Days”, πότε ήταν αυτό; το 1987; και ο ήχος ήταν σαν να το έγραψαν σε γκαράζ και μετά έκαναν το “Garage Days Revisited” σε ένα ακριβό στούντιο, με μια ακριβή ηχογράφηση όπου προσπάθησαν να το κάνουν να ακούγεται σαν γκαράζ. Δεν βγαίνει νόημα! Αν θες “garage days” ηχογράφηση κάντη στο γκαραζ και όχι σε πανάκριβο στούντιο. Δώσε έμφαση στο συναίσθημα και όχι στην ίδια την ηχογράφηση. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που θα το κάνεις λάθος. Ένα άλλο θέμα είναι το να προσπαθείς να ικανοποιήσεις του ραδιοφωνικούς σταθμούς που παίζουν μοντέρνο rock. Θέλουν ηχογραφήσεις υπερ-παραγωγές, με σούπερ-mastering που δεν έχουν δυναμική. Είναι σαν ο κόσμος να φοβάται τη δυναμική πια. Αν ακούς ένα CD και βάλεις μετά ένα άλλο, ή αν ακους το καινούριο των Scorpions, ή κάποιο μοντέρνο rock καλλιτέχνη και μετά βάλεις ένα άλμπουμ του ’70 ή ένα βινύλιο, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να δυναμώσεις την ένταση για να τα φέρεις στο ίδιο επίπεδο. Αυτό δεν είναι ανεκτό στις μέρες μας. Δεν στέλνεις ένα κομμάτι στο ραδιόφωνο που δεν είναι συμπιεσμένο γιατί δεν πρόκειται να το παίξουν. Αυτή είναι η αλήθεια γιατί τα ραδιόφωνα πλέον δεν έχουν ιδέα. Θέλουν να ακούγονται όλα σαν τους Foo Fighters, αλλά είναι καλό αυτό; δεν νομίζω! Αν βάλεις Foo Fighters στο ραδιόφωνο και αμέσως μετά ένα άλμπουμ Thin Lizzy θα ακουστεί λίγο περίεργα. Αλλά είναι κακό αυτό; εξαρτάται από ποιον θες να ικανοποιήσεις. Αν θες να ευχαριστήσεις τις μάζες πρέπει να κάνεις μια ακριβή ηχογράφηση. Τσέκαρε τους AC/DC, ή άλλες μπάντες που ηχογραφούν μοντέρνα με λιγότερη δυναμική στα νέα του άλμπουμ. Είναι καλό αυτό; δεν ξέρω, αλλά δεν νομίζω. Έχει αποτέλεσμα; ναι! Οι KISS και οι AC/DC πουλάνε άλμπουμ; ναι, πουλάνε. Αλλά, αν κάτσεις και σκεφτείς το 90% των ακροατών σήμερα ακούνε μουσική που είναι συμπιεσμένη για iPhone, ακουστικά, λαπτοπ… δεν κάθονται σε ένα κανονικό στερεοφωνικό με καλό ενισχυτή να ακούσουν ένα βινύλιο. Έτσι, πρέπει να το κομπρεσάρεις για να μπορούν να το ακούσουν οι μάζες στα iPhones τους. Αν ο κόσμος άκουγε ακόμα μουσική σε 8-track στο αυτοκίνητο, ή μόνο βινύλιο, η μουσική δεν θα ακουγόταν όπως ακούγεται σήμερα.
Rockpages.gr: Λέγοντας πριν για τον Nicke Andersson και αυτό που είπε για να κάνει την παραγωγή σε άλμπουμ των KISS θα σε ρωτήσω κάτι που σίγουρα το έχεις σκεφτεί και ίσως να το έχεις συζητήσει, ακόμα και με τον Nicke… αν σου δινόταν η ευκαιρία να αναλάβεις την παραγωγή και να γράψεις τη μουσική για ένα παλιό συγκρότημα ποιο θα ήταν αυτό;
Peter Stjärnvind: Μάλλον οι Judas Priest αν μπορούσα να το κάνω με τον δικό μου τρόπο… mid-tempo τραγούδια, καλές μελωδίες και παλαιομοδίτικη ηχογράφηση για να ακούγεται και πάλι σαν το “Stained Glass”. Judas Priest… σίγουρα!