Πέντε χρόνια είχαν να βγάλουν δίσκο οι Νορβηγοί αλλά υπήρχε λόγος. Ήθελαν να το ψάξουν πολύ. Ήθελαν να δουν κι άλλα πράγματα, να εξετάσουν κι άλλες παραμέτρους. Ήθελαν το τέλειο. Γνωρίζω πολύ καλά πως όλα αυτά είναι υποκειμενικά και το αριστούργημα του ενός μπορεί να αποτελεί σκουπίδια για τον άλλο, πλην όμως, θεωρώ ότι υπάρχουν πάντα κάποια στεγανά. Πέρα απ’ το «Μ’ αρέσει, δεν μ’ αρέσει», υπάρχει και το «Είναι καλό, δεν είναι καλό», και αυτά τα δυο δεν ταυτίζονται. Σε αντίθεση με το τι μπορεί να νομίζουν κάποιοι.

Η εισαγωγή περνάει και μπαίνει το δεκάλεπτο “Architect of fortune”. Και είναι καταπληκτικό! Είναι τραγουδάρα! Είναι η παραγωγή που είναι τέλεια; Είναι οι κιθάρες που είναι αστέρια (οι ίδιοι μιλούν για άλμπουμ βασισμένο στις κιθάρες); Είναι που οι ιδέες τους μου αρέσουν επί δέκα; Είναι που η φωνή του Mike Eriksen είναι σαγηνευτική; Μπορεί οι ρυθμοί να αλλάζουν και να γίνονται εξωγήινοι, μπορεί να μπαίνουν διάφορα θέματα από το παράθυρο, μπορεί να σας φαίνονται αυτά τα δέκα λεπτά μια ζωή ολόκληρη, όταν όμως ακούσετε θα συμφωνήσετε μαζί μου πως όλος αυτός ο λυρισμός αξίζει την προσοχή μας. Τα πλήκτρα βγάζουν πολύ δουλειά, βγαίνουν κι αυτά μπροστά και στηρίζουν άψογα τις κιθάρες. Και το κομμάτι τελειώνει και δεν πιστεύετε ότι κράτησε τόσο…

Διάφορα είδη μουσικής ανακυκλώνονται και φιλτράρονται. Το Progressive των Σκανδιναβών διαθέτει σημεία Μέταλ, κάφρικα, συμφωνικά, θέματα όπως θα τα έγραφαν τα θηρία του είδους, μελωδίες όπως θα τις έδιναν σε παρτιτούρα μεγάλοι συνθέτες. Η φωνή βγάζει μια γλυκιά μελαγχολία, μια καψούρα που συντροφεύει καθόλη τη διάρκεια του άλμπουμ. Απ’ την άλλη, μπορεί να παίζουν παπάδες οι άνθρωποι, έχουν όμως και τις mainstream στιγμές τους, π.χ. “Game of life”. Αυτό το τραγουδούσε άνετα και η Pink και θα το έκανε και μεγάλη επιτυχία! Το επόμενο κομμάτι, και πρώτο single του δίσκου, “Reach within”, κινείται στο ίδιο μοτίβο. Γλυκύτατο, πιασάρικο, απτό και όμορφο…

Για τους φίλους του μελωδικού Progressive δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο να διαλέξουν αυτή την περίοδο. Η πλάκα είναι ότι στην ιστοσελίδα τους το άλμπουμ αναγράφεται ως «αριστούργημα» και η γκριμάτσα που έκανα, με το που το διάβασα αυτό, ήταν – κλασσικά – απαξιωτική. Μετά ήλθε η τάπα και πήγε η μπάλλα στο ταμπλό. Και το καταφχαριστήθηκα!