Η Ελλάδα έχει πλέον το δικό της doom metal festival. Το Demons Gate ξεπέρασε τα εμπόδια που του έθεσε η πανδημία και επέστρεψε για δεύτερη φορά, αλώβητο κατά τα φαινόμενα. Μια αξιέπαινη προσπάθεια που γίνεται με αγάπη, μεράκι αλλά και σεβασμό στους τους οπαδούς του είδους. Ο ήχος φαίνεται πως είναι υπόθεση κυρίως τριών χωρών καθώς από τις 12 μπάντες που απαρτίζουν το billing, οι πέντε είναι σουηδικές, οι τρεις γερμανικές και οι τέσσερις ελληνικές.

Την ημέρα άνοιξαν οι Acid Mammoth με το υπερβαρύ τους Sabbath-ικο doom το οποίο έχει ξεκάθαρες αναφορές στον ήχο που έχουμε μάθει να αποκαλούμε ως stoner. Οι Electric Wizard λογίζονται ως σαφής επιρροή αλλά η βεντάλια της μπάντας απλώνεται σε όλο το ηχόχρωμα του doom.

Η συνέχεια άνηκε στους Moaning Silence με το υλικό των οποίων ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή. Ριζική αλλαγή στο ύφος λοιπόν μιας και ο ήχος τους θύμισε έντονα παλιούς Anathema στους οποίους έχω μια σχετική αδυναμία. Τα γυναικεία φωνητικά και η εναλλαγή με τα ανδρικά έφεραν στο νου και τους Theatre of Tragedy ενώ κάποια κιθαριστικά περάσματα σε συνδυασμό με τα πλήκτρα φώναζαν παλιούς On Thorns I Lay.

Οι Fvneral Fvkk ήταν η πρώτη Γερμανική παρουσία της ημέρας. Άκουσα το υλικό τους σχετικά πρόσφατα και είχα περιέργεια να τους δω και επί σκηνής. Τα μέλη τους υποστήριξαν οπτικά το ορθόδοξο αργόσυρτο doom με στολές καθολικών κληρικών αν και ο ένας κιθαρίστας είχε ήδη κλέψει την παράσταση και εκτός σκηνής με την παραδοσιακή γερμανική αμφίεση σαγιονάρα – άσπρη κάλτσα.

Το δισκογραφικό ξεκίνημα των Ereb Altor με είχε αφήσει άφωνο με την πιστότητα του στην επική πλευρά της Bathory κληρονομιάς. Στη συνέχεια μπόλιασαν τον ήχο τους με πιο ακραία black death στοιχεία και παρόλο που απομακρύνθηκαν κάπως από το προσωπικό μου γούστο, συνέχισαν να είναι ενδιαφέροντες. Στη σκηνή του φεστιβάλ κέρδισαν επάξια το χειροκρότημα παρουσιάζοντας πειστικές εκδοχές από τραγούδια που εκπροσωπούσαν σχεδόν ολόκληρη την καριέρα τους. Σίγουρα μιλάμε για το highlight της βραδιάς και μία μεγάλη μερίδα του κόσμου φαινόταν πως ήταν εκεί κυρίως για αυτούς.

Το εφιαλτικό βραδύρυθμο funeral doom των Ahab σίγουρα δεν βρίσκεται μέσα στη σφαίρα του προσωπικού μου γούστου. Αν όμως μπορώ να πω κάτι με σιγουριά είναι πως επί σκηνής ακούγονται αρκετά πιο ενδιαφέροντες απ’ ότι στις στούντιο στιγμές τους. Είχα φίλους στο κοινό που ξεκίνησαν να παρακολουθούν σχετικά αδιάφοροι και στο τέλος βγήκαν λέγοντας τα καλύτερα λόγια και αυτό λέει πολλά.

Η επιστροφή της Lisa Johansson φαίνεται πως αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον για τους Draconian και δημιούργησε μια σχετική προσμονή για την εμφάνιση τους. Οι πολλές μπλούζες Draconian που κυκλοφορούσαν μέσα στο Κύτταρο, μαρτυρούσαν σίγουρα τη δημοφιλία των Σουηδών. Δεν έχω κάποιο σημείο σύγκρισης για την παρουσία τους επί σκηνής μιας και ήταν η πρώτη φορά που τους έβλεπα ζωντανά, αλλά η ατμόσφαιρα που δημιούργησαν σίγουρα ικανοποίησε τους πολυάριθμους φίλους τους και τους κέρδισε και μερικούς νέους. Θα προτιμούσα βέβαια τον Anders Jacobsson περισσότερο νηφάλιο μιας και σε αρκετά σημεία έδειχνε κάπως επηρεασμένος από την Ελληνική φιλοξενία…

Περνώντας στο Σάββατο, η αυλαία άνοιξε με τους I Abyssick οι οποίοι με το καλημέρα αποτέλεσαν την πρώτη έκπληξη της βραδιάς. Πολύ ενδιαφέρον και καλοπαιγμένο μοντέρνας κοπής doom με έναν τραγουδιστή που κλέβει την παράσταση σε ένα στυλ που ισορροπεί ανάμεσα στο βαθύφωνο doom και το υψίσυχνο power metal. Θα τους παρακολουθώ στενά καθώς είναι ξεκάθαρο πως έχουν πράγματα να δώσουν σε ένα ιδίωμα σχετικά στάσιμο.

Οι Θεσσαλονικείς The Temple είναι πλέον μια αναγνωρισμένη δύναμη στο παραδοσιακό doom. Στιβαροί, επικοί, κρατάνε τη σημαία του ήχου ψηλά με ποιοτικές συνθέσεις αλλά και με εμφανίσεις όπως αυτή στο φεστιβάλ. Λιτοί και περιεκτικοί, όπως επιβάλει και η μουσική τους. Πρέπει βέβαια να μπουν στο στούντιο ξανά μιας και το Forevermourn μετράει ήδη 6 χρόνια ζωής…

Θα μπορούσε να πει κανείς πως οι Γερμανοί Ophis είναι το alter ego των Fvneral Fvkk μιας και έχουν αρκετά κοινά μέλη. Οι ομοιότητες όμως τελειώνουν εκεί μιας και η προσέγγιση τους είναι αρκετά πιο σπηλαιώδης, στο ύφος των Ahab κατά κάποιο τρόπο. Προτιμώ σαφώς το πιο θεατρικό στυλ των Fvneral Fvkk.

Ό,τι συμβαίνει με τους Fvneral Fvkk και τους Ophis, συμβαίνει και με τους Isole και τους Ereb Altor. Αξίζει να σημειώσουμε πως αυτή η παρέα έχει παράξει 16 άλμπουμ μέσα σε 20 χρόνια! Εδώ τον πρωταγωνιστικό ρόλο αναλαμβάνει ο Daniel Bryntse και η επική πολεμική πλευρά των Ereb Altor δίνει τη σκυτάλη στο λυρικό μελαγχολικό doom των Isole το οποίο πήρε αρκετή αγάπη από το κοινό του φεστιβάλ.

Οι Memory Garden ανέλαβαν να ανεβάσουν κάπως τη διάθεση με το power-doom τους όπως και οι ίδιοι το αποκαλούν. Κλασσικός σουηδικός ήχος, η κληρονομιά των Candlemass περασμένη από το 90ς φίλτρο που γέννησε σπουδαίους συναδέλφους όπως οι Tad Morose, Memento Mori και Hexenhaus. Η μπάντα δεν απογοητεύει ποτέ ζωντανά, είναι πάντοτε σταθεροί και στιβαροί και φροντίζουν να τιμούν κομμάτια από ολόκληρη τη δισκογραφία τους ενώ φέτος είχαμε και δυνατές προσθήκες από το εξαιρετικό 1349. Κρίμα που δεν περιοδεύουν συχνότερα.

Κατά τις 23:00 ήταν πλέον προφανές πως οι Tiamat ήταν το επίκεντρο του φεστιβάλ. Ο κόσμος πύκνωσε επικίνδυνα και η έλλειψη επαρκούς κλιματισμού δημιούργησε μία αποπνικτική ατμόσφαιρα. Με τις πρώτες νότες του Whatever That Hurts βέβαια, η προσοχή στράφηκε αλλού και το ένστικτο της αυτοσυντήρησης μπήκε για λίγο στην άκρη. Πολλά μπορούν να γραφτούν για αυτή την εμφάνιση και από πολλές οπτικές γωνίες. Θα προτιμήσω μία σχετικά ουδέτερη προσέγγιση. Αρχικά το set διαφημίστηκε ως Clouds – Wildhoney special show δημιουργώντας τουλάχιστον σε μένα προσδοκίες που δεν εκπληρώθηκαν. Από τα 13 (αν δεν κάνω λάθος) τραγούδια, τα 3 ήταν από το πρώτο και τα 5 από το δεύτερο. Θα ήμουν βέβαια πιο ευχαριστημένος αν δεν είχε μείνει απ’εξω το Undressed και ίσως είχα αποφύγει το συγκεκριμένο σχόλιο. Όσοι ήσασταν εκεί είχατε τη σπάνια ευκαιρία να δείτε τον Magnus Henriksson των Eclipse να παίζει κιθάρα με corpse paint και τον Simon Johansson των Memory Garden να εκτελεί χρέη roadie αλλά και guest κιθαρίστα για το Gilmour-ικό τελείωμα του Gaia. Και ο Johan Edlund? Ε, ήταν απλά ο Johan Edlund. Αινιγματικός, κρυμμένος κάτω από το καπέλο και το μακιγιάζ του με μία παρουσία που ακροβατούσε ανάμεσα στη γοτθική θεατρικότητα και τη μέθη. Φωνητικά θεωρώ πως ήταν αυτός που έπρεπε. Ουκ ολίγες φορές έδειξε να συγκινείται με τις αντιδράσεις του Ελληνικού κοινού και ο ενθουσιασμός του τον έκανε να μοιραστεί μαζί μας ακόμα και τις οπαδικές του προτιμήσεις οι οποίες (και δεν μιλάω για τη Hammarby) φαίνεται πως άναψαν κάποια πάθη στο κοινό και οδήγησαν στην αποβολή τουλάχιστον ενός παθιασμένου αντίπαλου οπαδού.

Demons Gate πρόσημο? Σίγουρα θετικό. Η διοργάνωση, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα πράγματα που περνούσαν από το χέρι της, τα έδωσε όλα. Οι καθυστερήσεις, μικρές. Η πρόσβαση για ΑΜΕΑ, απρόσκοπτη. Ο ήχος, αξιοπρεπέστατος. Οι εμφανίσεις των συγκροτημάτων, επαγγελματικές. Κλιματισμός και τιμές στο μπαρ όμως, είναι πράγματα που ίσως πρέπει να επανεξεταστούν. Τα λέμε του χρόνου!

Κώστας Κουναδίνης

φωτο/βίντεο: Κωνσταντίνος “Mindcrimek” Βλάχος