Η μουσική μας είναι γεμάτη μυστήρια τα οποία πάντοτε αποτελούν ένα αγαπημένο θέμα συζήτησης ανάμεσα σε φίλους και οπαδούς. Ένα από αυτά είναι φυσικά και οι Heir Apparent. Έχοντας κοινή αφετηρία με τους Queensryche τη Μέκκα του Αμερικάνικου progressive power metal το Seattle και μάλιστα την ίδια χρονική περίοδο, δεν κατάφεραν να διαγράψουν μία παρόμοια μυθική πορεία παρόλο που το υλικό τους είναι τουλάχιστον ανάλογης έμπνευσης, ποιότητας και εκτελεστικής αρτιότητας. Ένα συγκρότημα λοιπόν που είχε όλα τα συστατικά για την ανάδειξή του σε κολοσσιαίο εμπορικό και διάσημο όνομα αλλά κάπου στην πορεία έχασε το δρόμο του και μαζί την ευκαιρία της καταξίωσης. Ο χρόνος όμως σε μερικές περιπτώσεις λειτουργεί ευεργετικά και το όνομα Heir Apparent παρά την απραξία συνέχισε να υφίσταται και να μεγαλώνει, εισπράττοντας αγάπη και αφοσίωση από τους ορκισμένους οπαδούς του είδους. Η αγάπη αυτή οδήγησε σε συναυλιακή επαναδραστηριοποίηση η οποία με τη σειρά της έδωσε κίνητρο για τη σύνθεση νέου υλικού. Σιγά σιγά και μεθοδικά ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της μπάντας Terry Gorle στρατολόγησε τους κατάλληλους παίκτες και άρχισε να μετουσιώνει τις ιδέες του σε ολοκληρωμένα κομμάτια. Αθεράπευτα τελειομανής ο ίδιος, πέρασε τα νέα τραγούδια από τις δημιουργικές του συμπληγάδες και με περίσσια ικανοποίηση και αισιοδοξία μας παρουσιάζει πλέον το τρίτο ολοκληρωμένο δημιούργημά του. Έτσι λοιπόν αυτό το κείμενο δεν έχει σκοπό να λύσει το μυστήριο του γιατί οι Heir Apparent δεν αποτέλεσαν ποτέ την αιχμή του δόρατος για κάποια πολυεθνική και γιατί δεν όργωσαν τις αρένες του κόσμου πουλώντας εκατομμύρια αντίτυπα. Αντίθετα θα ασχοληθούμε με το παρόν της μπάντας και το στοιχείο που τους έκανε εξ αρχής ξεχωριστούς. Την τέχνη τους.

Μία ερώτηση κυριαρχούσε πριν την ακρόαση του The View From Below. Είναι άραγε ένα έργο αντάξιο του να φέρει τη σφραγίδα Heir Apparent? Η δισκογραφική αποχή ήταν πολύ μεγάλη και η απορία αν μη τι άλλο εύλογη. Η απάντηση δίνεται με σιγουριά αλλά και ανακούφιση. Ασφαλώς. Δεν συναντάμε ποιοτικούς συμβιβασμούς ή αχρείαστους εκμοντερνισμούς εδώ. Το άλμπουμ ακούγεται μεν σύγχρονο αλλά χωρίς αποστάσεις από το λυρικό παρελθόν της μπάντας. Άμεσες ηχητικές συγγένειες με τους προκατόχους του βέβαια δεν υπάρχουν, και εκείνα τα δύο άλμπουμ άλλωστε είναι πολύ διαφορετικά ακόμα και μεταξύ τους. Η συνεκτική ουσία όμως είναι παρούσα, αυτή η προοδευτική αντίληψη του Gorle που μυρίζει Seattle από χιλιόμετρα όπως και ο αναγνωρίσιμος ήχος της κιθάρας του σε συνεργασία με το λαλίστατο μπάσο του Derek Peace. Οφείλουμε επίσης να λάβουμε υπόψιν τη συνδρομή του γκουρού του Seattle ήχου Tom Hall ο οποίος κάθεται για μία ακόμα φορά πίσω από την κονσόλα. Σίγουρα γνωρίζει όσο κανείς άλλος το πώς να υλοποιήσει το όραμα του Gorle. Ο Will Shaw αποδεικνύεται ιδανική επιλογή σε μία θέση που θυμίζει περισσότερο ηλεκτρική καρέκλα και φέρει ακόμα και στοιχεία μεταφυσικής κατάρας. Όπου χρειάζεται επιστρατεύει όγκο και βραχνάδα στα ερμηνευτικά πρότυπα του Russel Allen αλλά μεταλλάσσει το ύφος του με χαρακτηριστική ευκολία όταν καλείται να υποστηρίξει μελωδικά ή ατμοσφαιρικά μέρη τα οποία σαφώς είναι η πλειοψηφία στο άλμπουμ. Είναι φανερό πως έχει δοθεί μεγάλο βάρος στη δημιουργία μίας μελαγχολικής και γιατί όχι σκοτεινής ατμόσφαιρας. Ο κρίσιμος ρόλος των πλήκτρων και της ακουστικής κιθάρας που δίνουν το παρόν στο υπόβαθρο όλων των συνθέσεων εντοπίζονται ως οι κύριοι υπαίτιοι για αυτό.

Συνήθως αποφεύγω να αναφέρομαι σε μεμονωμένα κομμάτια προτιμώντας να επικεντρώνομαι στην ουσία ενός άλμπουμ αλλά εδώ αισθάνομαι πως πρέπει να κάνω μία εξαίρεση. Πρόκειται για το ψηλότερο σκαλοπάτι του άλμπουμ που μου έκανε εξαιρετική εντύπωση από την πρώτη κιόλας ακρόαση. Το Insomnia που κλείνει και το δίσκο, είναι μία σαγηνευτική, υπνωτιστική σύνθεση που δεν θα δίσταζα να συμπεριλάβω ανάμεσα στα καλύτερα τραγούδια που έχει παρουσιάσει ποτέ η μπάντα. Ο Shaw μεταμορφώνεται σε Tom Mallicoat χαρίζοντας μας μία εξαιρετική ερμηνεία. Η ακρόασή του αποδεικνύεται τουλάχιστον εθιστική.

Οι δισκογραφικά και συναυλιακά ενεργοί Heir Apparent είναι μία πολυτέλεια στη μεταλλική πραγματικότητα που βιώνουμε. Το The View From Below είναι ένα δημιούργημα που πρέπει να απασχολήσει όλους τους φίλους του προοδευτικού και λυρικού metal με την ποιότητα και την κλάση του ενώ η επικείμενή τους εμφάνιση στη χώρα μας το 2019 στα πλαίσια του Up the Hammers Festival αναμένεται να μας χαρίσει νέες συγκινήσεις.