Με ένα τρομερό καινούριο album στη φαρέτρα τους, το περυσινό “Worship”, οι Hypocrisy έρχονται στην Ελλάδα και αυτή είναι μια καλή ευκαιρία για μια σύντομη αναδρομή στην πορεία του σπουδαίου αυτού συγκροτήματος. Και επειδή δεν είναι εύκολο πράγμα πλέον να τους πετύχεις στη σκηνή, μια συναυλία σαν αυτή για πολλούς από εμάς δεν χάνεται.
1988-1993: Τα death metal χρόνια
Ουσιαστικά η μπάντα ξεκίνησε σαν ένα solo project του Peter Tägtgren σε μια περίοδο που έμενε στην Αμερική με το όνομα Seditious. Αφού επέστρεψε στη Σουηδία, μετονομάστηκε σε Hypocrisy το 1991 και τα υπόλοιπα μέλη μπήκαν το 1992. Ο Mikael Hedlund στο μπάσο (συνεχίζει μέχρι και σήμερα), ο Lars Szöke στα τύμπανα, ο Masse Broberg (ex-Dark Funeral, ex-Witchery) στα φωνητικά και ο Jonas Österberg στη δεύτερη κιθάρα. Ο τελευταίος θα έμενε μόνο για λίγο και το ντεμπούτο album “Penetralia” (1992) ενώ μετά από ένα χρόνο αποχώρησε και ο Broberg που συμμετείχε στην ηχογράφηση του δεύτερου full-length “Osculum Obscenum”. Εδώ οι Hypocrisy δεν είχαν καμία σχέση με την μετέπειτα πορεία τους, αφού έπαιζαν death metal με αντιχριστιανικούς στίχους το οποίο είχε εμφανείς επιρροές από την αμερικάνικη σκηνή, αποτέλεσμα της διαμονής του Tägtgren εκεί. Θεωρούνται κλασικά albums για το είδος τους και μέχρι σήμερα τραγούδια τους περιλαμβάνονται στο setlist του συγκροτήματος.
1994-1997: Αλλαγή ύφους και προσωρινή διάλυση
Συνεχίζοντας ως τριάδα, μία κλασική σύνθεση που κράτησε πολλά χρόνια, οι Tägtgren, Hedlund και Szöke κυκλοφορούν το “The Fourth Dimension” (1994) που ήταν κάτι σαν μεταβατικό album. Κατά βάση death metal και αυτό με κάποιες μελωδίες να πρωτοεμφανίζονται και τον Tägtgren να χρησιμοποιεί brutal φωνητικά, ήταν όμως σχεδόν αποκλειστικά σε mid-tempo ταχύτητες. Κάτι που το διαφοροποιούσε σε σχέση με τα δύο πρώτα albums, τα οποία είχαν πολύ περισσότερο κοπάνημα. Το μεγάλο «μπαμ» μπορούμε να πούμε όμως ότι έγινε στο θρυλικό “Abducted” (1996) με το υπέρ-κλασικό “Roswell 47” που οι πιο παλιοί από εσάς σίγουρα πετύχατε σε κάποια από τις δεκάδες συλλογές που έβγαζαν τα έντυπα περιοδικά. Στροφή προς το melodic death metal, αλλαγή στον τρόπο που τραγουδούσε ο Tägtgren καθώς έφυγε από τα brutal και πήγε σε πιο σκισμένα, αλλαγή στους στίχους που πλέον μιλούσαν για εξωγήινους και επιστημονική φαντασία ενώ για πρώτη φορά ακούσαμε και τραγούδια με εξολοκλήρου καθαρά φωνητικά, κάτι εξαιρετικά σπάνιο στη δισκογραφία τους. Την ίδια χρονιά ξεκίνησε και η συνεργασία τους με τον κιθαρίστα Mathias Kamijo σαν session για συναυλίες που θα κρατούσε μέχρι το 2004. Οι νέοι Hypocrisy ήταν εδώ αλλά δεν κράτησαν για πολύ, αφού το 1997 με το “The Final Chapter” ανακοινώνουν την διάλυσή τους.
1998-2004: Επαναδραστηριοποίηση με δισκάρες και αποχώρηση του Szöke
Ευτυχώς για εμάς, αυτό το κεφάλαιο δεν ήταν το τελευταίο τους και η διάλυση αποδείχτηκε σύντομη. Λόγω της άμεσης και μεγάλης αντίδρασης των οπαδών του συγκροτήματος, δεν άργησαν να πάρουν την απόφαση να συνεχίσουν. Πρώτη κυκλοφορία το live CD/VHS (και μετέπειτα DVD) “Hypocrisy Destroys Wacken” (1999) από μια εμφάνιση που έγινε το 1998 στο πασίγνωστο metal festival. Την ίδια χρονιά βγαίνει και το έκτο full-length “Hypocrisy” ενώ δεν καθυστέρησαν καθόλου για το επόμενο “Into The Abyss” (2000). Το melodic death metal της μπάντας είναι μια κατηγορία από μόνο του, αφού δεν θυμίζει άλλα συγκροτήματα. Κάτι που έμελλε να αλλάξει στον πιο αμφιλεγόμενο δίσκο τους, το “Catch 22” (2002). Παραγωγή εντελώς εκτός του ήχου τους σε alternative/industrial στυλ (ίσως επηρεασμένο από την άλλη μπάντα του Tägtgren, τους Pain;) και τραγούδια που είχαν επιρροές από το τσίρκο των Slipknot και τους In Flames του “Clayman” μεταξύ άλλων. Εν τέλει δεν ήταν τόσο κακό album, κάτι που φάνηκε στο remix/remaster που κυκλοφόρησε το 2008 με τον τίτλο “Catch V2.0.08”, δίνοντάς του πολύ καλύτερο ήχο. Ναι, υπήρχαν κάποια πολύ αδύναμα τραγούδια αλλά και καλές στιγμές. Σίγουρα όμως μιλάμε για την χειρότερη κυκλοφορία τους. Η συνέχεια όμως ήταν εντελώς διαφορετική, με το εξαιρετικό “The Arrival” (2004) που περιέχει άλλο ένα…hit-άκι τους, το “Eraser”. Μετά από αυτό όμως, αποχωρεί ο Szöke και έτσι η κλασική σύνθεση της μπάντας φτάνει στο τέλος της.
2004-2022: Πιο αραιές χρονικά κυκλοφορίες και μικρή συναυλιακή παρουσία
Η αντικατάστασή του ήταν άμεση και στη θέση του ήρθε ένας από τους καλύτερους drummers στην ιστορία του extreme metal, ο Νορβηγός Reidar “Horgh” Horghagen (ex-Immortal). Προσθήκη και τέταρτου μέλους μετά από πολύ καιρό στην δεύτερη κιθάρα, του Andreas Holma (ex-Scar Symmetry) ο οποίος όμως έμεινε μόνο για δύο χρόνια, δείχνοντας ότι το κουαρτέτο δεν δουλεύει καλά σε μόνιμη βάση. Το “Virus” (2005) ήταν εξαιρετικό, δείχνοντας και τις τρομερές δυνατότητες του Horgh, σιγά σιγά όμως οι Hypocrisy άρχισαν να ρίχνουν τη συχνότητα των κυκλοφοριών και των συναυλιών τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε δεκατρία χρόνια, από το “Penetralia” μέχρι το “Virus” δηλαδή, κυκλοφόρησαν δέκα full-length albums ενώ από το “A Taste Of Extreme Divinity” του 2009 μέχρι το “Worship” του 2021 μόλις τρία (ενδιάμεσα βγήκε το “End Of Disclosure” του 2013)! Στη σκηνή βρίσκονταν κυρίως για προώθηση καινούριας κυκλοφορίας, χρησιμοποιώντας πάλι session κιθαρίστες όπως τον Klas Ideberg (Darkane, The Defaced), τον αθάνατο Alexi Laiho και από το 2010 μέχρι τώρα τον Tomas Elofsson, τον οποίο μπορούμε να δούμε και στο δεύτερο live CD/DVD τους, το επετειακό “Hell Over Sofia – 20 Years Of Chaos And Confusion” (2011). Την φετινή χρονιά αποχώρησε σε φιλικό κλίμα μετά από πολυετή παρουσία ο Horgh, για τον οποίο ακόμα δεν έχει βρεθεί μόνιμος αντικαταστάτης. Στην τωρινή περιοδεία για αυτή τη θέση έχουν τη βοήθεια του Henrik Axelsson (Implode, The Crown) και του γιου του Peter Tägtgren, Sebastian.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι οι Hypocrisy ανήκουν σε μια σπάνια ομάδα συγκροτημάτων που δεν άλλαξαν ποτέ δισκογραφική στέγη, αφού για τριάντα συναπτά έτη βρίσκονται στο δυναμικό της Nuclear Blast. Ένα ξεχωριστό συγκρότημα στην ιστορία της extreme μουσικής και συγκεκριμένα του melodic death metal. Με ήχο άμεσα αναγνωρίσιμο, με εξαιρετικά albums στην πορεία τους και έναν αρχηγό που είναι μία από τις μεγαλύτερες και πιο σημαντικές προσωπικότητες στη σουηδική (και όχι μόνο) metal σκηνή. Όχι μόνο για τους Hypocrisy, τους Pain και τα άλλα συγκροτήματα που έχει συμμετάσχει αλλά και για τις αμέτρητες παραγωγές που έχει κάνει σε τεράστια και μη metal σχήματα στο θρυλικό The Abyss studio. Θα τον θέλαμε πιο ενεργό με τους Hypocrisy τα τελευταία χρόνια; Σίγουρα αλλά τι να πρωτοπρολάβει κι αυτός; Το σημαντικό είναι ότι, έστω και πιο αραιά, συνεχίζει να μας χαρίζει τρομερές δουλειές και να μας δίνει τη δυνατότητα να τον απολαύσουμε μαζί με τη μπάντα του πάνω στο σανίδι.