Το ξεσκούριασμα από την καραντίνα και την συναυλιακή «ξεραΐλα» θα γινόταν κάποια στιγμή αργά ή γρήγορα. Το γεγονός ότι συνδυάστηκε με Iron Maiden tribute για κάποιους ακούστηκε ιδανικό.

Έτσι, λοιπόν κατηφορίσαμε στο Crow για ένα πολλά υποσχόμενο τρίωρο show από τους Iron Beast και τους Blossom Death, και τους δυο θα έβλεπα για πρώτη φορά.

Η πρώτη μου επαφή με τους Blossom Death μπορώ να πω ότι είχε θετικό πρόσημο. Πρόκειται για ένα συγκρότημα με πολύ ενδιαφέροντα ήχο, επηρεασμένο από πολλά διαφορετικά πράγματα που έχουν αφομοιώσει για να δημιουργήσουν κάτι δικό τους. Υπάρχει μια διάχυτη μελαγχολία που φέρνει στο μυαλό τους Paradise Lost, τους HIM, τους 69 Eyes και άλλα, όμως περνούν πινελιές southern rock, stoner και heavy metal και όλα αυτά με συνδυασμό φωνητικών από τους Κώστα Κατοίκο και Μαρίτα Μακαρονίδη, που έχει μια πολύ ιδιαίτερη φωνή. Ήταν σχετικά άνετοι πάνω στη σκηνή και εκτός από τα δικά τους κομμάτια συμπεριέλαβαν και το “More” των Sisters Of Mercy και το “Wicked Game” του Chris Isaak. Γενικά, ήταν καλοί κέρδισαν τη συμπάθεια του κοινού και σίγουρα θα περιμένω να ακούσω το ντεμπούτο full length άλμπουμ τους, με τίτλο “Beyond Time”, που θα κυκλοφορήσει το 2021 από την Sleaszy Rider Records.

Blossom Death

Και τώρα, το main event, οι Iron Beast, με το πολυαναμενόμενο μαραθώνιο extra long show των τριών ωρών και των 30 τραγουδιών (για την ακρίβεια ήταν 29, αλλά έπαιξαν κι άλλα δυο, οπότε σύνολο 31). Η αλήθεια είναι πως αυτό ίσως να ακούγεται υπερβολικό και τραβηγμένο, όμως όταν μιλάμε για τους Maiden και γενικά όλες τις μπάντες με τις οποίες έχουμε όλοι μεγαλώσει και λατρεύουμε είναι σίγουρο ότι ένα σετ 15, 20 ακόμα και 30 τραγουδιών μπορεί να μην είναι αρκετό. Δηλαδή, ακόμα και το ίδιο το συγκρότημα να ερχόταν να παίξει, όλο και κάτι παραπάνω θα ήθελες να ακούσεις. Φυσικά, δεν μπορείς να τους ικανοποιήσεις όλους, σίγουρα όχι τον τύπο που φώναξε ότι ήθελε να ακούσει το “Virus”, αλλά με ένα σετ που περιέχει κλασσικά, πιο «ψαγμένα», υλικό από την περίοδο του Blaze και καλεσμένους είσαι σε καλό δρόμο.

Iron Beast

Πόσο μάλιστα όταν έχεις μια μπάντα που μπορεί με χαρακτηριστική ευκολία να το υποστηρίξει όλο αυτό, με εξαιρετική απόδοση όλων των τραγουδιών, σκηνική παρουσία, ενέργεια, πάθος, καλώς εννοούμενο χαβαλέ και πάνω από όλα αγάπη για αυτό που κάνει. Παρόλο, που έπρεπε να στερηθεί τις υπηρεσίες του κιθαρίστα του, Μπάμπη Λαμπρίδη, και στη θέση του έπαιξε ο Τάκης Τζανίμης από τους πολύ αξιόλογους Keepers Of Jericho, το ελληνικό tribute στους Helloween, ο οποίος έπρεπε να μάθει τα τραγούδια σε σύντομο χρόνο. Ειλικρινά, αν δεν το ήξερες αυτό δεν θα καταλάβαινες απολύτως τίποτα γιατί ο τύπος έπαιζε σαν να ήταν χρόνια στο γκρουπ.

Γενικά, το αίσθημα ότι τα παιδιά μας «έκαναν πλάκα» με τον τρόπο που περνούσαν από τον έναν ύμνο των Maiden στον άλλο ήταν πολύ έντονο. Η άνεση που έχουν είναι πραγματικά αξιοζήλευτη, σπουδαία κληρονομιά από εξαιρετικά tribute συγκροτήματα που έχουν προηγηθεί στην χώρα μας, όπως οι Remember Lizzy, Maidenance, No Remorse, Rock’n’Roll Children,  και οδηγός για παρόμοιες προσπάθειες. Πολύ σημαντικός παράγοντας τα διαρκή χαμόγελα και η αστείρευτη ενέργεια. Κανείς δεν στέκεται απλά στη θέση του. Ο υπερκινητικός Τάσος Λάζαρης, έτρεχε πάνω κάτω, πηδούσε, έγινε σημαιοφόρος στο “The Trooper”, έφυγε αρκετές φορές από τη σκηνή, κατέβηκε στον κόσμο, έδωσε το μικρόφωνο για να τραγουδήσει το κοινό, μπήκε πίσω από τη μπάρα και ήπιε σφηνάκια με τον μπάρμαν ενώ τραγουδούσε το “Wasted Years”.  Πώς λοιπόν να μην παρασύρουν τα πάντα στο πέρασμά τους οι Iron Beast σαν χιονοστιβάδα;

 Στο καλλιτεχνικό κομμάτι τώρα, ακούστηκαν τραγούδια από όλες τις περιόδου της μπάντας, με το δυνατό σημείο των Iron Beast να είναι προφανώς η περίοδος Dickinson, κυρίως λόγω φωνής. Θυμάμαι ότι όταν είχα δει για πρώτη φορά τον Λάζαρη σε Jam Night στο Crow Club τραγουδούσε το (αγαπημένο μου) “Revelations” και με είχε εντυπωσιάσει η απόδοσή του. Μερικά χρόνια αργότερα με εντυπωσίασε ξανά. Στα κομμάτια του Di Anno ακολουθεί τη μέθοδο Bruce και τα τραγουδάει με το δικό του στυλ, δεν προσπαθεί να μιμηθεί δηλαδή τον Παυλάρα, κάτι τέτοιο θα ήταν μάλλον αδύνατο, αλλά ούτως ή άλλως η αλήτικη πρώτη περίοδος είναι διαφορετική στα φωνητικά από ό,τι ακολούθησε.

Πέρα όμως από τον τραγουδιστή, μια ειδική μνεία πρέπει να γίνει και στους υπόλοιπους τέσσερεις που απαρτίζουν το γκρουπ, το στιβαρότατο rhythm section των Δημήτρη Σταμάτη στα τύμπανα και του Gi Ni στο μπάσο, στο ρόλο του Αρχηγού. Ο Κώστας Γραμμένος στην κιθάρα ήταν εκνευριστικά τέλειος παίζοντας τα κομμάτια και τα σόλο νότα προς νότα πιστός στις αυθεντικές εκτελέσεις που λατρέψαμε. Ο Τάκης Τζανίμης ήταν κι αυτός εξαιρετικός σε μια συνολική απόδοση που δύσκολα θα εντόπιζες λάθη. Και ας μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για κάτι περισσότερο από τρεις ώρες σε πραγματικό χρόνο παιξίματος.

Στα highlights θα έβαζα σίγουρα το “Walking On Glass”, ένα instrumental που έπαιζαν οι Murray/Smith στην περιοδεία για το “Somewhere In Time” και έχει μια μικρή ιστορία από πίσω, το “Clansman” (μοναδικό της Blaze περιόδου), το “Alexander The Great” που είναι καταδικασμένο να το παίζουν οι tribute μπάντες και όχι οι ίδιοι οι Iron Maiden και σίγουρα το κλείσιμο… παρόλη την κούραση και τα 29 τραγούδια που είχαν προηγηθεί με “22 Acacia Avenue” και “The Prisoner”.

Ήταν μια σπουδαία εμφάνιση σε δύσκολες και κυρίως πρωτόγνωρες συνθήκες για όλους, όμως η φρεσκάδα και η θετική ενέργεια της βραδιάς μας δίνει το κουράγιο να περιμένουμε την επιστροφή στη συναυλιακή κανονικότητα, που από ότι φαίνεται θα αργήσει ακόμα.

Γιάννης Δόλας

Caught Somewhere In Time, Clairvoyant, The Wickerman, Prowler, Wrathchild, The Clansman, Flight Of Icarus, Powerslave, Phantom Of The Opera, The Trooper, Afrain To Shoot Strangers, Judas Be My Guide, To Tame A Land, Transylvania, Losfer Words, Aces High, 2 Minutes To Midnight, The Number Of The Beast, Alexander The Great, Walking On Glass, Stranger In A Strange Land, The Evil That Men Do, Revelations, Blood Brothers, Fear Of The Dark, Iron Maiden, Hallowed By Thy Name, Wasted Years, Running Free

22 Acacia Avenue, Prisoner