Οι μέγιστοι Judas Priest επιστρέφουν στην χώρα μας έχοντας στις αποσκευές τους ένα σπουδαίο άλμπουμ στα πλαίσια του φετινού Rockwave Festival. Με αφορμή την εμφάνισή τους η συνακτική ομάδα του Rockpages.gr ασχολείται με το κάθε άλμπουμ των Judas Priest από το 1974 μέχρι σήμερα. Ιστορικά άλμπουμ, σπουδαίες στιγμές για το heavy metal, αλλά και παταγώδεις αποτυχίες, αποχωρήσεις μελών, αλλαγές, πειραματισμοί και παραπάνω από μια θριαμβευτικές επιστροφές… αυτοί είναι οι Judas Priest! Ραντεβού την Πέμπτη 19 Ιουλίου στο Terra Vibe…

JudasPriest003

Rocka Rolla (1974)

Το Σεπτέμβριο του 1974 το πρώτο άλμπουμ των Judas Priest είναι γεγονός. Οι συνθέσεις του είναι ανάλογες της τάσης της εποχής. Μια μίξη rock, blues-rock και hard rock με κάποιες ελάχιστες επιρροές από progressive. Έχει ηχογραφηθεί εξολοκλήρου live στο στούντιο χάρη στον τρόπο που ηχογραφούσε ο τότε παραγωγός τους, Rodger Bain. Συνθετικά δεν συμμετείχε ο Glenn Tipton καθώς όταν μπήκε στην μπάντα ξεκίνησαν να το ηχογραφούν. Πρότεινε κάποια κομμάτια όπως το Ripper, Tyrant, και Epitaph αλλά ο παραγωγός τους δεν τα θεώρησε εμπορικά και τα άφησε εκτός. Επίσης απέρριψε το “Whisky Woman”, το οποία αργότερα, με συνεισφορές από το Tipton, μεταμορφώθηκε σε “Victim of Changes”. Πάλι καλά που άλλαξαν παραγωγό και απολαύσαμε αυτές τις κομματάρες που έκαναν την επιτυχία τους δεδομένη. Περιέχει ένα από τα μεγαλύτερα σε διάρκεια κομμάτια, το “Run of the Mill”, το όποιο γράφτηκε από τον K.K. Downing μόλις μπήκε ο Halford στην μπάντα και το οποίο δείχνει την μεγάλη σε έκταση και μοναδική χροιά της φωνής του. Μια ιδιαίτερη φωνή που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην μετέπειτα επιτυχία τους.

Dio Pap

JudasPriest70

Sad Wings Of Destiny (1976)

Το “Rocka Rolla” ήταν ένα καλό ντεμπούτο για την μπάντα από το West Bromwich (κοντά στο Birmingham), όχι όμως αρκετό για να τους κάνει να ξεχωρίσουν. Το “Sad Wings of Destiny”, το δεύτερο άλμπουμ των Judas Priest, είναι ο θεμέλιος λίθος του image και του ήχου του συγκροτήματος αλλά και της λέξης “metal” πλάι στο “heavy”. Δερμάτινα, δισολίες, metal φωνητικά με τραβηγμένες κραυγές. Όλα πλέον είναι εδώ!

Με τις επιρροές ακόμη να είναι εύκολα διακριτές (Queen, Black Sabbath) σε κάποια κομμάτια, η μπάντα σκληραίνει κατά πολύ τον ήχο της, βρίσκει την ταυτότητα της, ενώ ο Halford αποφασίζει να χρησιμοποιήσει όλο το εύρος της φωνής του.
Μιλάμε για το δίσκο που έχει τα “Victim of changes”, “The ripper” και “Tyrant”. Αρκεί.

Κώστας Βουλγαρέλης

Sin After Sin (1977)

Το νερό είχε μείνει πλέον στο αυλάκι και εν μέσω disco, punk ζυμώσεων και rock φθίνουσας πορείας (Zeppelin, Sabbath) για τους Judas Priest (αλλά και ACDC και Kiss) τα πράγματα είναι εύκολα.
Ο συνθετικός οίστρος της μπάντας καλά κρατεί και τα πρώτα ψήγματα Speed Metal είναι εδώ: “The Sinner”, “Call for the priest”. Heavy metal συνθέσεις με την κυριολεκτική έννοια, όπως το «Starbreaker” και το απίστευτο “Dissident Aggressor”, αλλά και πιο ευαίσθητες στιγμές (“Last Rose of Summer”) δίνουν ποικιλία στο άλμπουμ. Γνωστό και ως “Riff after riff”, ο δίσκος έμεινε στην ιστορία και για την περίφημη διασκευή του “Diamonds and Rust” της Joan Baez, μια από τις καλύτερες διασκευές όλων των εποχών. Όταν η folk μεταμορφώνεται σε metal! Ύμνος.

Κώστας Βουλγαρέλης

Stained Glass (1978)

Το “Stained Class” είναι το album με το οποίο οι Judas Priest θα κάνουν τις μεγάλες αλλαγές  στην εξέλιξη της Metal μουσικής.  Στην περιοδεία του “Stained Class” στις ΗΠΑ, σηματοδοτούν μια ενδυματολογική αλλαγή που καθιέρωσε το νέο metal image. Τα δερμάτινα και η εμφάνιση μηχανόβιου, καθώς και τα περικάρπια με καρφιά θα είναι το νέο look των απανταχού φαν του σκληρού ήχου. Μια εμφάνιση που κρατάει μέχρι σήμερα.
Είναι το πρώτο album της μπάντας που μπήκε στο Billboard Top-200 της Αμερικής αλλά επίσης και το album που έθεσε τα θεμέλια για το NWOBHM και το thrash – και έγινε ένα από τα πιο περιβόητα album στο metal. Εάν το ομώνυμο από Black Sabbath ήταν η σπίθα στο metal, το Stained Class ήταν ο επιταχυντής που χρειάζονταν. Το τελικό υβρίδιο της αχαλίνωτης, φανταχτερής δημιουργικότητας μιας από τις σημαντικότερες μπάντες όλων των εποχών. Ένα πραγματικά σημαντική κυκλοφορία για το metal. Το album που χρειαζόταν η metal κοινότητα το 1978 για να δείξει ότι είναι ζωντανή μέσα από των punk χαμό που είχε ήδη δημιουργηθεί. Μια απάντηση σε όλους όσους είχαν ξεγράψει το metal από τον χάρτη:
“Fall to your knees and repent, if you please”
Favorite song: Saints In Hell
Dio Pap

JudasPriest80

Killing Machine (1978)

Ένα από τα αγαπημένα μου Priest άλμπουμ… ένα πραγματικό διαμάντι με τις κομματάρες “Delivering The Goods”, “Hell Bent For Leather” (ο τίτλος του άλμπουμ στην Αμερική), “Take On The World”, “Green Manalishi”, “Running Wild”… να μη συνεχίσω! Ταυτόχρονα, σηματοδοτεί το τέλος μια εποχής καθώς είναι το τελευταίο άλμπουμ από τα ‘70s και το εφαλτήριο για την εντυπωσιακή πορεία των ‘80s που ξεκινά εμφατικά με το “British Steel”. Από πλευράς εμφάνισης στο προσκήνιο μπαίνουν τα δέρματα και η Harley, ένα κομμάτι του show που μένει μέχρι και σήμερα.

Γιάννης Δόλας

British Steel (1980)

Αν κάνεις ένα γκάλοπ μεταξύ των οπαδών των Priest για το αγαπημένο τους album, δύσκολα θα πάρει υψηλό ποσοστό η συγκεκριμένη κυκλοφορία. Και όχι, η φλόμπα “United” δεν αρκεί για να μειώσει το μεγαλείο του “British Steel”. Μιλάμε για το δίσκο που ξεκινάει με το speed-άτο “Rapid Fire” και έχει μέσα τρία υπερ-κλασσικά κομμάτια. Τα “Metal Gods”, “Breaking The Law” και “Living After Midnight” είναι αιώνιοι ύμνοι και τα ξέρει οποιοσδήποτε ακούει αυτή τη μουσική. *SPOILER ALERT* Σε αυτή την περιοδεία μάλιστα, το συγκρότημα κλείνει με τα συγκεκριμένα τραγούδια, τα οποία είναι και τα μόνα που παίζει επί σκηνής κάποιες φορές μαζί τους ο Glenn Tipton. Λέτε να μας κάνουν κι εμάς το χατίρι;

Γιώργος Τερζάκης

Point Of Entry (1981)

Το 1981 η “στάση” των Judas Priest προς την κορυφή, άκουγε στο όνομα “Point Of Entry”. Χαρακτηρίστηκε ως ένα ακόμα album τύπου “British Steel” έστω κι αν υπολειπόταν κάπως στο συνθετικό τομέα και ταυτόχρονα, προπομπός του “Screaming For Vengeance” που θα ακολουθούσε ένα χρόνο αργότερα και θα εκτόξευε τους Βρετανούς ακόμα πιο ψηλά.

Το “Heading Out To The Highway” δε βγήκε σχεδόν ποτέ από το setlist των Priest ενώ το “Hot Rocking” δε βγήκε ποτέ από τις καρδιές των fans. To “Desert Plains” έμεινε σαν ένα κλασσικό metal κομμάτι κι ας μην πολυακούγεται, ενώ το “You Say Yes” είναι από τα αδικημένα. To “Point Of Entry” αποτελεί μια σταθερή αξία στη δισκογραφία των Judas Priest αλλά και στο metal στερέωμα.

Δημήτρης Καζαντζής

Screaming For Vengeance (1982)

Δεν είναι τυχαία το νούμερο 1 σε πωλήσεις  album των Judas Priest .
H απάντηση του κιθαρίστα Κ.Κ. Downing σχετικά με αυτό: ” Έχει μια αναμφισβήτητη πληρότητα γι ‘αυτό. Με αυτό εννοώ μια καλή και ποικίλη επιλογή τραγουδιών, ένα συναρπαστικό εξώφυλλο και μια γενική αναζωογονητική αίσθηση που ήταν τέλειο για τη στιγμή που κυκλοφόρησε.”

Καλύτερο ή όχι, οι Priest φτάνουν στο απόγειο της δόξας τους, γεμίζουν τις μεγαλύτερες αρένες και σκαρφαλώνουν στις κορυφαίες θέσειςς των charts όλου του κόσμου.  Στο Screaming for Vengeance βρίσκουμε την μπάντα να επανεστιάζει στο heavy metal και στην επίτευξη μεγαλύτερης ισορροπίας μεταξύ της εμπορικότητας και της δημιουργικότητας. Το αποτελέσματα ήταν πιασάρικα και προσιτά τραγούδια, για κάθε μουσικόφιλο. Αυτό το album είναι γεμάτο ενέργεια και ατμόσφαιρα και συγκαταλέγεται σε ένα από τα πιο “ολοκληρωμένα” των Priest.

Favorite Song: Riding On The Wind

Dio Pap

JudasPriest85

Defenders Of The Faith (1984)

Θεωρώ πως με τη δυάδα Screaming for Vengeance και Defenders of the Faith η μπάντα εδραίωσε την κυριαρχία της ΚΑΙ στα 80ς και στρογγυλοκάθισε στην κορυφή του heavy metal σύμπαντος. Για κάποιο λόγο η πλειοψηφία του κοινού δείχνει διαχρονικά να προτιμά το πρώτο έναντι του δεύτερου αλλά στη δική μου συνείδηση δεν υπάρχει καν σύγκριση. Το Defenders of the Faith υπερτερεί σε όλα τα σημεία. Ακόμα και ο Metallian, το ισοπεδωτικό τέρας του εξωφύλλου δείχνει πολύ πιο τρομακτικό από τον ιπτάμενο Hellion. Tο SFV ήταν περισσότερο ένα μεταβατικό άλμπουμ από τον εμπορικό ήχο του Point of Entry (που βλήθηκε από κοινό και κριτικούς). Στο DOTF οι Judas Priest είναι και πάλι Metal Gods!

Κώστας Κουναδίνης

Turbo (1986)

Πιθανώς η πιο παρεξηγημένη κυκλοφορία τους. Λογικό, αν δει κανείς τι προηγήθηκε αλλά και τι ακολούθησε λίγα χρόνια μετά. Ήταν και τα πολλά μπλιμπλίκια που ξενέρωσαν τους οπαδούς τους, αλλά δίσκος των Priest είναι άρα υπάρχουν μέσα διαμαντάκια. Κομματάρα το “Turbo Lover”, φοβερά τα “Out In The Cold”, “Locked In”, “Private Property” και “Reckless”. Ναι, το album είναι διαφορετικό από τα υπόλοιπα. Αλλά είναι πουτανιάρικο. Και τα σπάει. Και ας λέτε ό,τι θέλετε.

Γιώργος Τερζάκης

Ram It Down (1988)

Μετά το “Turbo” άλλη μια αφορμή για ανελέητο κράξιμο στους Priest από μεγάλη μερίδα οπαδών. Η κατεύθυνση της μπάντας, ο ήχος και το drum machine δεν άρεσαν καθόλου στον κόσμο. Ωστόσο, μακριά από το κιτσαριό και τα μπιχλιμπίδια (όπως απαιτούσε η εποχή) στο image του γκρουπ το “Ram It Down” είχε και καλά τραγούδια. Όπως το ομώνυμο, το “I’m A Rocker” και φυσικά το “Blood Red Skies”. Μπορούν αυτά να σώσουν ένα άλμπουμ από τη λίστα με τα χειρότερα που κυκλοφόρησε η μπάντα, μάλλον όχι. Ωστόσο, πιστεύω πως αν δεν υπήρχε το “Ram It Down” δεν θα έβγαινε ποτέ το “Painkiller”. Αν το “Ram It Down” ήταν ένα καλό άλμπουμ και οι Priest δεν έτρωγαν κράξιμο για δεύτερη συνεχόμενη φορά μετά το “Turbo” δεν θα πιεζόντουσαν να κάνουν κάτι καλύτερο, να ξεπεράσουν τους εαυτούς τους και να δημιουργήσουν ένα διαχρονικό metal διαμάντι.

Γιάννης Δόλας

Painkiller (1990)

Το Painkiller θα έπρεπε να διδάσκεται σε σεμινάρια για το πώς μία μπάντα μπορεί να επανεφεύρει τον εαυτό της με τη μέγιστη δυνατή επιτυχία. Η αλλαγή στη θέση πίσω από την κονσόλα αποδείχθηκε ευεργετική. Ο Tom Allon παρέδωσε τα ηνία στον Chris Tsangarides και το αποτέλεσμα δικαίωσε άπαντες μιας και το Painkiller χαιρετίζεται από πολλούς ως ο καλύτερος Judas Priest δίσκος. Και πιθανότατα τάσσομαι και εγώ υπέρ αυτής της άποψης. Άλλωστε πρόκειται για ένα άλμπουμ που πλησιάζει τα 30 χρόνια ζωής αλλά ακούγεται τόσο ζωντανό και φρέσκο που ενώνει γηραιούς ακροατές με νεαρούς οπαδούς ενώ ο ήχος του όρισε μία ολόκληρη εποχή.

Κώστας Κουναδίνης

JudasPriest90

“Jugulator” (1997)

Η περίοδος με τον Ripper δεν την αναπολούν πολλοί με ένα ευχάριστο αίσθημα νοσταλγίας. Για να ακριβολογούμε, τα δύο albums που ηχογράφησαν οι Priest με τον Tim “Ripper” Owens δεν έχουν αντέξει στο πέρασμα του χρόνου. Κι όμως εγώ προσωπικά θεωρώ το “Jugulator” σαν ένα καλό album με αξιόλογες στιγμές (“Burn in Hell”, “Bullet Train”, “Blood Stained”) και έναν ύμνο (“Cathedral Spires”). Ήταν ένα κλασικό Priest album; Όχι! Ήταν ένα καλό album; Ναι!
Σάκης Νίκας

“Demolition” (2001)

Ίσως εδώ έχουμε το χειρότερο album των Priest μαζί με το “Nostradamus” (εξαιρείται το…διαφορετικό “Rocka Rolla”). Μου αρέσουν τα “One On One”, “Hell is Home”, “Closer To You” και 1-2 ακόμη αλλά η ποιότητα των συνθέσεων είναι ως επί το πλείστον κατώτερη των προσδοκιών μας από το βρετανικό μεγαθήριο. Το κύκνειο άσμα με τον σπουδαίο Ripper δεν ήταν και το καλύτερο δυνατό. Φταίει ο Ripper για αυτό; Όχι! Ήταν αναγκαίο το reunion με τον Halford; Ναι!
Σάκης Νίκας

JudasPriest96

Angel of Retribution (2005)

Μετά το reunion με τον metal god, το συγκρότημα είχε ανάγκη μια στιβαρή δήλωση που να επιβεβαιώνει την επιστροφή στην «κανονικότητα», κάτι ανάλογο με αυτό που πέτυχαν οι Iron Maiden με το «Brave New World». Το «Angel of Retribution» ήταν πράγματι ο σωστός δίσκος την κατάλληλη στιγμή, προσφέροντας πολλές εξαιρετικές στιγμές («Judas Rising», «Angel», «Hellrider») και ξεκαθαρίζοντας πως οι Judas Priest είχαν ακόμη πολλά να δώσουν.

Ρωμανός Τερζής

Nostradamus (2008)

Δύσκολος δίσκος ως προς την αξιολόγησή του, γιατί από τη μια θέλεις να «επιβραβεύσεις» την φιλοδοξία που τον διέπει, από την άλλη έχει κάποιες αστοχίες. Τα δύο βασικά του μειονεκτήματα είναι η υπερβολική διάρκεια και η παραγωγή, καθώς το συμφωνικό στοιχείο δεν εντάχθηκε τόσο αρμονικά όσο θα έπρεπε. Ωστόσο, σε πολλά ήρεμα σημεία ο Halford δίνει ρεσιτάλ, ενώ τα καλύτερα τραγούδια («Alone») κερδίζουν κατά κράτος τα αντίστοιχα άλλων δίσκων τους που έχουν περάσει ως «ανώτεροι» στην κοινή γνώμη.

Ρωμανός Τερζής

JudasPriest2016

Redeemer Of Souls (2014)

Με μεγάλη ανακούφιση άκουσα το Redeemer μετά το πείραμα του Νοστράδαμου. Έξι χρόνια μετά, στο μεγαλύτερο διάστημα που πέρασαν χωρίς στούντιο άλμπουμ, οι Priest θυμήθηκαν ποια θα πρέπει να είναι η ταυτότητά τους και έγραψαν σπουδαία τραγούδια. Το ομώνυμο, το “Halls Of Valhalla”, το “Hell & Back”, το “Battle Cry”, θα μνημονεύονται από τον ιστορικό του μέλλοντος ως κλασσικά. Σίγουρα σε αυτό ρόλο έπαιξε και το νέο αίμα με τον Richie Faulkner που πήρε τη θέση του KK. Ακόμα και τα πέντε bonus tracks της Deluxe έκδοσης ήταν καλά, αν και η παραγωγή ήταν καλύτερη…

Γιάννης Δόλας

Firepower (2018)

Γεννημένος δύσπιστος, μου φαίνεται δύσκολο να πιστέψω ότι αυτό εδώ είναι δημιούργημα των ημερών μας. Προσωπικά, ξαναζώ τις μέρες εκείνες στα μέσα των 80’s που πήγαινα στο δισκάδικο της γειτονιάς και αγόραζα τα “Screaming For Vengeance” και “Defenders Of The Faith”.

To 2018 οι Judas Priest κυκλοφορούν το απόλυτο metal album. Τα “Firepower”, “Rising From Ruins”, “Evil Never Dies”, “No Surrender”, “Necromancer” και όχι μόνο, θα μπορούσαν άνετα να διεκδικήσουν θέση στις παραπάνω υπερκλασσικές κυκλοφορίες. Είναι απίστευτη η έμπνευση και η ενέργεια των πλέον γερόλυκων του Metal που απορρέει από το “Firepower”. Ο δίσκος αυτός μοιάζει να είναι γραμμένος λες και δεν υπήρχε αύριο και πολύ δύσκολα νομίζω θα χάσει την πρώτη θέση στα playlist στο τέλος της χρονιάς, αν και αυτό είναι το λιγότερο. Οι Judas Priest μας προσφέρουν έναν δίσκο, κυριολεκτικά για να τον λιώσουμε.

Δημήτρης Καζαντζής

JudasPriest2018