Στην προκειμένη περίπτωση, όπου μια μπάντα, που μαζί της μεγαλώσαμε αποφασίζει να μας χαρίσει μια ακόμη δόση δημιουργικότητας, τότε δε μπορούμε πάρα να είμαστε ενθουσιασμένοι και μόνο με το γεγονός καθαυτό. Η ακρόαση των δύο πρώτων -εκ των συνολικά εννέα- εκλεκτών τεμαχίων, μπορεί να παρομοιασθεί με μια «βουτιά» σε μια ωμή πλευρά, που οι Nightstalker είχαν να δείξουν -ίσως και- από το Side FX, για να έλθουν στη συνέχεια τα “Zombie Hour” και “The Dog that no one wanted” για να ξαναφανεί το κλασσικό αγαπημένο και απολαυστικά ψυχεδελικό πρόσωπο τους. Στη συνέχεια, νοερά κλείνουμε εισιτήρια για ένα ταξίδι, σε μέρη που θυμίζουν μεν πολλά, αλλά ουσιαστικά είναι πρωτόγνωρα. Κάθε ένα από τα επόμενα πέντε τραγούδια, πραγματικά περικλείει ψήγματα από κάθε προηγουμένη δουλειά των ‘stalker, όμως όλα έχουν ως πεμπτουσία κάτι αληθινά καινούργιο και υπέροχο, και έτσι σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν ρεπλίκες παλαιοτέρων -χαλύβδινων- μουσικών κτισμάτων. Οι τελευταίες νότες του “Blue Turns To Black” εκτός από ένα αίσθημα αγνής ευφορίας, οδηγούν αναπόφευκτα σε ένα συμπέρασμα. Και αυτό συνοψίζεται στο ότι αυτή η μοναδική μπάντα/οντότητα, δεν θα παλιώσει ποτέ. Θα μπορούσαμε ανετά να υποστηρίξουμε ότι η ψυχή της παραμένει αναλλοίωτη στο χρόνο, αλλά στην πραγματικότητα εξελίσσεται αενάως, με έναν τρόπο που θα μας κάνει πάντα να λαχταράμε το επόμενο live, τον επόμενο δίσκο, το επόμενο αστείο που θα βγει από το στόμα του Argy…και η κατάληξη θα είναι πάντα ένα μεγάλο χαμόγελο στα χείλη.