Οι πρώην το κάνουν καλύτερα από τους νυν. Αυτό ήταν ξεκάθαρο στο εξαιρετικό “Days Of The Lost” του 2022 και φυσικά δεν περίμενα τίποτα λιγότερο από τη δεύτερη full-length δουλειά των Σουηδών, η οποία συνεχίζει στο ίδιο υψηλό επίπεδο με την πρώτη. Και για όσους δεν γνωρίζουν το συγκρότημα, όλα τα μέλη των The Halo Effect έχουν προϋπηρεσία στους In Flames και δημιουργήθηκαν το 2019 από τον κιθαρίστα Niclas Engelin και όχι από τον έτερο κιθαρίστα, τον τιτάνα Jesper Strömblad, όπως είχα αναφέρει λανθασμένα στην παρουσίαση για το ντεμπούτο τους.

Τη σύνθεση συμπληρώνουν ο Peter Iwers στο μπάσο, ο Daniel Svensson στα τύμπανα και ο τεράστιος Mikael Stanne των Dark Tranquillity στα φωνητικά. Το στυλ δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από melodic death metal σουηδικής σχολής, αφού στο συγκρότημα υπάρχουν μουσικοί που συνέβαλαν τα μέγιστα στο χτίσιμο αυτού του ήχου. Τα κομμάτια είναι άμεσα και μικρά σε διάρκεια, μεταξύ τριών και τεσσάρων λεπτών τα περισσότερα, γεμάτα με τρομερά riffs και μελωδίες καθώς και τα όπως πάντα μοναδικά growls του Stanne.

Όσο για τις αναπόφευκτες συγκρίσεις, επιμένω στην άποψη ότι οι The Halo Effect δεν αντιγράφουν τους εαυτούς τους και θέλουν να δημιουργήσουν τη δική τους ταυτότητα. Εννοείται πως υπάρχουν ομοιότητες με τα προαναφερθέντα συγκροτήματα, όπως για παράδειγμα στο κόψιμο του ομώνυμου που είναι λες και βγήκε από κάποιο ξεχασμένο session του “Whoracle”, αλλά κάτι τέτοιο είναι απόλυτα φυσιολογικό να συμβαίνει. Και στο κάτω κάτω, αφού οι In Flames αντί να παίζουν melodic death metal παίζουν με τα νεύρα μας και έχουν καταντήσει ένα κακόγουστο αστείο, γιατί να μην το κάνουν τα παλιά μέλη τους;

Στο “March Of The Unheard” υπάρχουν καταπληκτικές συνθέσεις, όπως το “Detonate”, το έπος “Our Channel To The Darkness” και φυσικά το ομώνυμο που δείχνουν με ξεκάθαρο τρόπο την δυναμική των Σουηδών. Ενδιαφέρουσα περίπτωση αποτελεί το “Between Directions” με τσέλο, βιολί και τα καθαρά φωνητικά του Stanne καθώς και το ακουστικό instrumental “Coda” που κλείνει το δίσκο, δίνοντας στον ακροατή μία στιγμή ηρεμίας μετά τα όσα προηγήθηκαν. Εν κατακλείδι, ένα ποιοτικό και άκρως απολαυστικό album το οποίο απευθύνεται σε κάθε οπαδό του melodic death metal ήχου.