Tomorrows Rain - Hollow

Το να έχεις καλεσμένους μουσικούς σε ένα album σου είναι δίκοπο μαχαίρι. Το κάνεις για την προσωπική σου ικανοποίηση επειδή τους θαυμάζεις ή για διαφήμιση; Το κάνεις επειδή πιστεύεις ότι ταιριάζουν στα τραγούδια που έχεις γράψει ή θες να τα ανεβάσουν με την ποιότητα και την εμπειρία τους;

Όπως και να έχει, οι Ισραηλινοί Tomorrow’s Rain στο ντεμπούτο album τους “Hollow” έχουν πάρα πολλούς καλεσμένους. Από το 2002 έως το 2011 είχαν το όνομα Moonskin χωρίς να κυκλοφορήσουν κάτι και αυτό είναι μόλις το πρώτο υλικό το οποίο μας παρουσιάζουν. Όπως καταλαβαίνετε, για διάφορους λόγους πέρασε αρκετός καιρός μέχρι να κάνουν αυτό το βήμα.

Πάμε λίγο και στους καλεσμένους, οι οποίοι ως επί το πλείστον είναι πασίγνωστα ονόματα στον metal χώρο. Βαθιά ανάσα για τους κιθαρίστες Greg Mackintosh (Paradise Lost), Jeff Loomis (Arch Enemy, ex-Nevermore), τον συμπατριώτη τους βετεράνο Schlomi Bracha (Machima) και τους τραγουδιστές Aaron Stainthorpe (My Dying Bride), Kobi Farhi (Orphaned Land), Fernando Ribeiro (Moonspell), Mikko Kotamäki (Swallow The Sun), Anders Jacobsson (Draconian), Lisa Cuthbert (solo, ex-Draconian, ex-The Sisters Of Mercy) και τους…δικούς μας Σάκη Τόλη (Rotting Christ) και Σπύρο Αντωνίου (Septicflesh).

Πολύ πράγμα λοιπόν και η αλήθεια είναι ότι ξεκίνησα να το ακούω με κάποια προκατάληψη, αφού μου φάνηκε υπερβολικό όλο αυτό. Από τα ονόματα των καλεσμένων βέβαια και το μουντό, σκοτεινό εξώφυλλο, οι Tomorrow’s Rain δεν θα μπορούσαν να κινούνται σε άλλο χώρο πέρα του atmospheric doom/death metal. Στο “Hollow” μας παρουσιάζουν οχτώ τραγούδια με συνολική διάρκεια πενήντα λεπτά.

Η μουσική των Ισραηλιτών δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας αλλά είναι ένα καλό αποτέλεσμα το οποίο παίρνει πολλές επιρροές από τα περισσότερα συγκροτήματα των προαναφερθέντων μουσικών. Βαριές και πένθιμες συνθέσεις, οι περισσότερες μεγάλες σε διάρκεια (μόνο μία ξεφεύγει ανεβάζοντας ταχύτητα), με riffs και πλήκτρα τα οποία συμβάλλουν στην ατμόσφαιρα που θέλει να χτίσει το album και σκοτεινές μελωδίες, όταν υπάρχουν (έπρεπε να ήταν περισσότερες). Σε κάποια τραγούδια ακούγεται και ένα παραδοσιακό όργανο, το οποίο όμως δεν κατάλαβα τι είναι.

Τα φωνητικά έχουν μια ποικιλία, αφού ο τραγουδιστής Yishai Sweartz χρησιμοποιεί τόσο ψιθυριστά/απαγγελίες όσο και growls, στα οποία φυσικά προστίθενται τα καθαρά και ακραία των πολλών καλεσμένων. Και εδώ είναι το βασικό πρόβλημα με αυτό το album. Όπως είπα και στην αρχή, οι καλεσμένοι επισκιάζουν την ίδια την μπάντα. Τα φωνητικά του Yishai δυστυχώς δεν είναι τόσο καλά, ειδικά τα growls, και η κιθαριστική δουλειά των Mackintosh/Loomis ξεχωρίζει εύκολα ακόμα και για τη λίγη συμμετοχή που έχουν, δηλαδή ένα τραγούδι ο καθένας.

Εδώ να σημειώσω βέβαια ότι το “Into The Mouth Of Madness” στο οποίο συμμετέχει ο Loomis είναι αφιερωμένο στον τεράστιο Warrel Dane, με τους στίχους να δανείζονται λέξεις/φράσεις από τραγούδια των θρυλικών Nevermore. Ένας Loomis ο οποίος κάνει μεν όργια στην κιθάρα αλλά ακούγονται λες και δεν ταιριάζουν με το υπόλοιπο υλικό. Επίσης, για κλείσιμο επέλεξαν να διασκευάσουν το “The Weeping Song” των Nick Cave And The Bad Seeds.

Κακό album δεν είναι φυσικά, στο χώρο του doom/death είναι ένα ενδιαφέρον άκουσμα. Θα έπρεπε όμως να μην είχαν τόσους πολλούς καλεσμένους. Προσωπικά νιώθω ότι καθαρά στο μουσικό κομμάτι βγήκε σαν μειονέκτημα για τη μπάντα αφού η απόδοση των άλλων μουσικών είναι ανώτερη από την δική τους.

Να αναφέρω επίσης ότι το “Hollow” βγήκε και σε έκδοση όπου οι στίχοι του album είναι στη μητρική τους γλώσσα. Θα περιμένω πάντως με ενδιαφέρον την επόμενη δουλειά τους επειδή φαίνεται ότι το κατέχουν το άθλημα. Αν συνεχίσουν χωρίς τα προβλήματα του παρελθόντος και βασιστούν περισσότερο στις δικές τους δυνάμεις, το αποτέλεσμα μελλοντικά θα είναι καλύτερο.