Το Σουηδικό κουαρτέτο κυκλοφορεί το τρίτο του άλμπουμ, τέσσαρα μόλις χρόνια μετά το παρθενικό του και ετοιμάζεται να πατήσει τη σκηνή για να παίξει τα καινούργια κομμάτια ζωντανά, κάτι για το οποίο αδημονεί, όπως διαβάζουμε στην επίσημη ιστοσελίδα του.

Μέταλ και Μέταλ, στακάτο και ατίθασο, γρήγορο και μπιτάτο, με επιρροές Priest, μπόλικη δόση Power και αρκετά Progressive στοιχεία. Χαρακτηριστική η φωνή, με ωραία μεσαία και τραγανή υφή, μου φέρνει στο νου κάτι από Tobias Sammet. Μου αρέσουν πολύ έτσι όπως ακούγονται οι κιθάρες, πριμάτες και γεμάτες, η μίξη και το mastering του μεγάλου Andy LaRocque έχουν δώσει στο άλμπουμ όλη τη λάμψη και το τσαγανό που απαιτείται. Και το πιο βασικό… Όλα τα όργανα δένουν μεταξύ τους και όλα μαζί με τη φωνή! Η ομοιομορφία αυτή σηκώνει κι άλλο τα τραγούδια, τα οποία δεν φείδονται διαφοροποιήσεων στο τέμπο ή την ταχύτητα ή την υφή. Καταπληκτικό το ομώνυμο κομμάτι, με το επικό ρεφρέν. Σε πολύ υψηλό επίπεδο όλα τα κομμάτια, καλοδουλεμένα και άμεσα. Από τρία μέχρι πεντέμισι λεπτά οι διάρκειες, πολλές ιδέες και εντυπωσιακές εκτελέσεις. Τα παιδιά από το Γιοτεμπόρι (ήτοι Gothenburg) είναι πολύ ψαγμένα.

“Carpe Diem” και όλες οι δίκασες πατάνε σαν δεινόσαυροι, ενώ τα περίεργα μετρήματα συνοδεύουν με στόμφο. Υπάρχουν και κάτι νότες εκεί μέσα, σκέτη πόρωση! Θα τολμούσα να πω ότι συνάντησα και κάποια ψήγματα από τους Megadeth της χρυσής περιόδου. Για να κλείσει το “Enemy within”, με το μονό μέτρημα και τα περίτεχνα… Progressive moshing!