Μόλις ξεκίνησαν οι προωθητικές ενέργειες για το “Invincible Shield” με την κυκλοφορία των πρώτων singles, ο μέσος όρος των ακροατών και οπαδών έδειξε να ενθουσιάζεται. Αυτή η αντίδραση θα συνοδεύσει και το άλμπουμ σαν σύνολο;

Η απάντηση στο παραπάνω είναι ένα εμφατικό «ναι». Συνεχίζοντας ένα πολύ καλό σερί μετά τα “Firepower” και προηγουμένως το “Redeemer Of Souls” οι Judas Priest δείχνουν και πάλι «πως γίνεται». Με ήχο-γρανίτη, τον “Metal God” σε φόρμα με τις χαρακτηριστικές τσιρίδες να προκαλούν ανατριχίλα και αστείρευτη ενέργεια, αλλά και έμπνευση, θέτουν σοβαρή υποψηφιότητα για μια κορυφαία θέση στα καλύτερα της χρονιάς.

Αναμφισβήτητα, η φρεσκάδα του Richie Faulkner, που μετράει ήδη 13 χρόνια στη μπάντα, αλλά και του Andy Sneap, στο ρόλο του παραγωγού, αλλά και κιθαρίστα ενίοτε, παίζουν το ρόλο τους. Είναι δυο σημαντικοί πυλώνες που γνωρίζουν καλά την παράδοση και την ταυτότητα του συγκροτήματος, που σφυριλατήθηκε πλάι στα γιγάντια φουγάρα, τους κατάμαυρους καπνούς και την διαρκή ηχορύπανση της βιομηχανίας του Birmingham που βρισκόταν στα ντουζένια της όταν γεννήθηκαν οι Priest και όχι μόνο.

Υπάρχουν κάποιες νύξεις από τα ‘70s και τα ‘80s, που δεν περνούν απαρατήρητες, θα τις καταλάβετε, αλλά το σπουδαιότερο είναι ότι το συγκρότημα πατάει γερά στις ρίζες του χωρίς να λείπουν τα πιο μοντέρνα στοιχεία και οι νέες ιδέες. Η δουλειά στις κιθάρες και τα σόλο είναι από πολύ καλή έως εξαιρετική, ενώ για άλλη μια φορά θα το πω ο Halford είναι σε εξαιρετική κατάσταση για την ηλικία του. Σίγουρα, δεν τσιρίζει σε όλο το άλμπουμ όπως στο “Panic Attack”, αλλά σίγουρα είναι επιβλητικός.

Πολλοί ίσως απορήσουν με το “The Lodger”, που κλείνει την deluxe έκδοση του άλμπουμ (και κυκλοφόρησαν σε 7ιντσο) και μικρή σχέση με ό,τι προηγήθηκε, ίσως δεν έχει πολύ σχέση με τους Judas Priest, αλλά αυτό είναι άλλο ένα δείγμα της τόλμης και της γοητείας αυτής της μπάντας, που δεν σταματά να πειραματίζεται, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα. Θυμηθείτε το “Lochness”…

Από την άλλη, δεν γίνεται να μην ανατριχιάσεις ακούγοντας το “Gates Of Hell” (“it’s a long way down to purgatory”) , να μην σηκώσεις τη γροθιά σου στον αέρα ακούγοντας το “Sounds Of Thunder”, το οποίο σημειωτέον έχει γράψει ο Glenn Tipton –όπως και το “Escape From Reality”-και να μην σε τρώει η ανυπομονησία για το πότε θα έρθει το καλοκαίρι για να τους ξαναδείς από κοντά…

Τέλος, νομίζω πως το είκοσι είναι ένας πάρα πολύ ωραίος και στρογγυλός αριθμός, άρα αυτό σίγουρα δεν είναι το τελευταίο τους άλμπουμ. Στο κάτω κάτω αφού είναι ακόμα ικανοί να πιάνουν τόσο καλή απόδοση και να προσφέρουν τέτοια ποιότητα, γιατί όχι;