Κάθε συνέντευξη με τον Desmond Child είναι μια εμπειρία, ένα μαγικό ταξίδι σε αμέτρητες γνώσεις, παρασκήνιο, πληροφορίες και διδάγματα. Αυτή εδώ, που έγινε με αφορμή την έκδοση της αυτοβιογραφίας του δεν θα μπορούσε να είναι η εξαίρεση. Δυστυχώς, το βίντεο αυτής της κουβέντας δεν υπάρχει, διότι η κακιά η ώρα το έφερε να καταστραφεί ο σκληρός δίσκος με το υλικό. Ευτυχώς, η απομαγνητοφώνηση διασώθηκε σχεδόν στο ακέραιο και θα την διαβάσετε παρακάτω. Αυτό που δεν θα διαβάσετε είναι η ιστορία του πιο σημαντικού τραγουδιού που έγραψε ο Desmond Child, που έχει επηρεάσει σχεδόν όλες τις μεγάλες του επιτυχίες γιατί μας το είπε αφού έκλεισε η κάμερα! Ορκιζόμαστε ότι η επόμενη συνέντευξη θα ξεκινήσει με αυτή την ερώτηση όμως!

Σε αυτή τη συνέντευξη θα διαβάσετε για την έμπνευση του βιβλίου, την ιστορική συναυλία στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, την έκκληση του συνθέτη για την επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα, για το πως γράφει ένα τραγούδι και για το τι άλλο του έχει μείνει να κάνει στην λαμπρή του καριέρα…

Συνέντευξη: Σάκης Νίκας, Γιάννης Δόλας

Rockpages.gr: Γιατί αποφάσισες να εκδόσεις την αυτοβιογραφία σου τώρα;

Desmond Child: Η ζωή μου έχει μεγάλο ενδιαφέρον και νομίζω ότι μπορεί να εμπνεύσει γιατί δεν είχα τίποτα. Η μητέρα μου ήταν μια μετανάστης που ήρθε από την Κούβα. Ίσα που μιλούσε Αγγλικά. Ήταν μια μητέρα μόνη πάρα πολύ φτωχή. Έκανε κάθε είδους δουλειά. Ήταν συνθέτης τραγουδιών. Και πάντοτε πάσχιζε να βρει κάποιον για να ηχογραφήσει τα τραγούδια της. Και τελικά βρήκε… Αλλά, ποτέ δεν έβγαλε λεφτά από αυτό. Έτσι, έπρεπε να κάνει 2-3 δουλειές για να μας συντηρεί. Κι αυτός είναι ο λόγος που εγώ είμαι αυτός που είμαι. Διότι ήθελα να πετύχω για να μπορώ να φροντίζω τη μητέρα μου. Και το πιο εύκολο μονοπάτι για μένα ήταν να γράφω τραγούδια, όπως έκανε κι εκείνη. Κι αυτό ήταν μεγάλη έμπνευση.Αλλά, η οικογένειά μου είχε πολύ ενδιαφέρον, προερχόμενη από την Κούβα. Και όλα όσα συνέβησαν. Και οι αδερφές της ήταν κουκλάρες. Και η μία έγινε η ερωμένη του ενός από τους δικτάτορες. Και η άλλη η ερωμένη του άλλου δικτάτορα, που τον διαδέχτηκε. Και όλα αυτά υπάρχουν στο βιβλίο μου. Αλλά, πέρα από όλα αυτά το ταξίδι από εκεί που ήρθα, τις συνοικίες της Liberty City, Ένα πολύ δύσκολο μέρος για να μεγαλώσει κανείς. Το ωραίο ήταν ότι εκεί σε τούτο το μέρος, πάντοτε κάποιος θα είχε ένα ραδιόφωνο και θα άκουγε τους Beatles. Και μετά έπαιζε Aretha Franklin. Και μετά Rolling Stones. Το ένα τραγούδι μετά το άλλο… Ήταν όλα ανακατεμένα. Ήταν σαν να ακούς ένα rock ραδιόφωνο, που δεν υπήρχε τότε.. Όλα έπαιζαν στον ίδιο σταθμό. Έτσι, αγαπήσαμε το κάθε είδος μουσικής.

Έτσι, όταν άρχισα να γράφω μουσική όλες αυτές οι επιρροές βγήκαν στην επιφάνεια, ειδικά η Motown και φυσικά το rock. Οπότε, για αυτό το λόγο πιστεύω ότι ακολούθησα αυτό το μονοπάτι, γιατί διάβασα κάπου ότι η πιο επιτυχημένη μουσική, έχει μέσα της στοιχεία από soul και R&B. Και αυτό μπορείτε να το ακούσετε στα τραγούδια που έγραψα με τους Bon Jovi, οι μπασογραμμές είναι σαν να βγήκαν κατευθείαν από τη Motown.

Το βιβλίο μου είναι το ταξίδι μου και είναι ένα ταξίδι που διήρκεσε μια ολόκληρη ζωή. Έτσι, έχω μερικές τρομερές ιστορίες να σας διηγηθώ. Υπήρξε μια ολόκληρη εκστρατεία για να γίνω καλλιτέχνης. Αλλά, την ίδια στιγμή και ο αγώνας για την επιτυχία να είμαι επιτυχημένος και να βγάλω λεφτά. Οπότε, πάντα ισορροπούσα το κυνήγι του χρήματος με την καλλιτεχνία. Γιατί ήθελα να γίνω ο καλύτερος καλλιτέχνης και συνθέτης. Οπότε, κάπου αυτά τα δυο συγκρούονται, αλλά κάποιες φορές αυτή η σύγκρουση δημιουργεί μια έκρηξη και αυτή είναι η επιτυχία.

Rockpages.gr: Ο τίτλος του βιβλίου, προφανώς αναφέρεται στο μεγάλο hit των Bon Jovi, που έγραψες μαζί τους…

Desmond Child: Ο τίτλος του βιβλίου “Livin’ on a Prayer – Big Songs Big Life”, τα λέει όλα. Το βιβλίο ξεκινάει με το πως γράφτηκε το “Livin’ on a Prayer”, γιατί για εμένα αυτό ήταν ένα πάρα πολύ ιδιαίτερο κομμάτι. Και μέχρι σήμερα παραμένει… Το μεγαλύτερο τραγούδι στο οποίο έχω συνεργαστεί. Ήταν ένα από αυτά τα πράγματα, που δεν ξέραμε όταν γράφαμε το τραγούδι ότι θα περνούσε τη δοκιμασία του χρόνου και πως θα ενέπνεε τόσο κόσμο. Για την ακρίβεια στην αρχή ο Jon σκεφτόταν  ότι το τραγούδι δεν θα έπρεπε να μπει στο άλμπουμ “Slippery When Wet” γιατί θεωρούσε ότι ήταν πολύ συναισθηματικό,ίσως ότι ήταν πολύ soft και όχι τόσο rock. Όπως ας πούμε το “You Give Love A Bad Name”.

Ο Richie και εγώ πέφταμε στα γόνατα και τον εκλιπαρούσαμε: “Σε παρακαλούμε, τουλάχιστον ας ηχογραφήσουμε το τραγούδι”. Κι όταν μπήκαν στο στούντιο με τον παραγωγό τους, τον Bruce Fairbrain, και τον μηχανικό τους, τον Bob Rock, στο Vancouver, έγινε η μαγεία.

Κι αυτό το τραγούδι είναι σήμερα τόσο ζωντανό, όσο ήταν και τότε. Κανείς δεν κάθεται στη θέση του όταν ακούγεται αυτό το τραγούδι. Όταν ακούνε αυτό το τραγούδι ειδικά καθώς κορυφώνεται στο τέλος υψώνουν τις γροθιές τους. Κι αυτό είναι το πιο όμορφο πράγμα.

Θα σας πω κι ένα μικρό μυστικό… Πάντα περιμένουν για να το παίξουν τελευταίο. Να είναι το τελευταίο encore. Γιατί κανείς δεν φεύγει από το στάδιο αν δεν ακούσει αυτό το τραγούδι. Οπότε, μπορεί να έχει φτάσει μεσάνυχτα και ο κόσμος να είναι εκεί με τα παιδιά του με τα μικρά να φοράνε τα ακουστικά τους, ή να κοιμούνται στους ώμους τους. Αλλά όταν ακουστεί το “Livin’ On A Prayer” δεν μπορείς να ακούσεις την μπάντα Γιατί όλοι ουρλιάζουν…

Και νομίζω ότι αυτό είναι το απόλυτο τεστ για ένα συγκρότημα, δεν είναι το συγκρότημα, αλλά το ακροατήριο. Όταν βλέπεις το κοινό να ζωντανεύει, τότε ξέρεις ότι μια μπάντα είναι επιτυχημένη.

Rockpages.gr: Το περασμένο καλοκαίρι εμφανίστηκες στην Αθήνα, στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού σε ένα φαντασμαγορικό show με πολλούς καλεσμένους. Αναφέρεται αυτό στο βιβλίο;

Desmond Child: Απολύτως. Έπρεπε να καθυστερήσω το βιβλίο γιατί ήταν ένα τόσο μνημειώδες event που έπρεπε να γράψω ένα κεφάλαιο σχετικά με αυτό. Το κεφάλαιο για τη συναυλία είναι το τελευταίο στο βιβλίο. Έκανα το “Desmond Child Rocks the Parthenon”. Η έμπνευση ήταν το γεγονός ότι τα γλυπτά του Παρθενώνα φωνάζουν για να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Φωνάζουν.

Ήθελα να κάνω κάτι για την ευαισθητοποίηση και να βοηθήσω το Μουσείο της Ακρόπολης και την χώρα και τους ηγέτες της, ώστε να συνεχίσουν να διαπραγματεύονται. Και να συνεχίσουν την προσπάθεια της επιστροφής. Γιατί τα γλυπτά του Παρθενώνα δεν είναι απλά ένα έργο τέχνη είναι μέρος ενός ναού. Εγώ το αποκαλώ… “μια προσευχή τυλιγμένη στο μάρμαρο”. Κι η προσευχή αυτή δεν είναι ολοκληρωμένη μέχρι όλα τα κομμάτια να είναι μαζί. Έτσι, θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για το υπόλοιπο της ζωής μου για να ευαισθητοποιήσω τον κόσμο για αυτό. Και ελπίζω πως κάποια στιγμή στη ζωή μου θα περπατώ στο Μουσείο της Ακρόπολης   θαυμάζοντας τη συλλογή ολοκληρωμένη.

Rockpages.gr: Θα έλεγες ότι αυτή η συναυλία ήταν μια από τις πιο σημαντικές στιγμές στην καριέρα σου;

Desmond Child: Εγώ δεν είμαι star. Ήθελα να γίνω ένα αστέρι του rock’n’roll αλλά δεν ήταν γραφτό για μένα. Και μάλλον, ήταν καλύτερα  για την εξέλιξή μου γιατί μπόρεσα να απολαύσω την οικογενειακή ζωή στο σπίτι, παιδιά. Και με τον σύζυγό μου είμαστε πολύ ευτυχισμένοι, καθώς είμαστε μαζί τα τελευταία 33 χρόνια. Οι περισσότεροι rock stars δεν έχουν μεγάλη διάρκεια. Ο Jon και η Dorothea είναι η εξαίρεση. Είναι κάποιος που μπορείς να τον έχεις για πρότυπο που κρατάει την οικογένειά του ενωμένη. Η ιδέα πίσω από αυτή τη συναυλία είναι ότι μπορώ να είμαι ο star για μια βραδιά.  Μόνο μια βραδιά. Και αυτή ήταν η βραδιά.

Είχα μαζί μερικούς σπουδαίους φίλους μου και είχαμε μια πανέμορφη ορχήστρα. Είχαμε 18 γυναίκες που έπαιζαν βιολί. Η μπάντα αποτελούντα από Έλληνες μουσικούς. Εγώ, έφερα μαζί τον μουσικό μου διευθυντή. Οπότε όλα δούλεψαν άψογα. Κάναμε τις πρόβες μας στο Christmas Theater για πάνω από μια εβδομάδα και κινηματογραφούσαμε τα πάντα. Οπότε, κάποια στιγμή θα έχουμε ένα ντοκιμαντέρ μπορεί να είναι ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή μου, αλλά το επίκεντρο θα κλίνει προς… τον Παρθενώνα, εκείνη τη βραδιά, όλα θα οδηγούν σε αυτή. Και θα μπορείς να βλέπεις ένα τραγούδι και μετά να βλέπεις την Joan Jett να λέει κάτι εκείνη και έτσι να πηγαίνει μπρος-πίσω. Αυτό είναι το όνειρό μου. Οπότε, το δουλεύουμε…

φωτο: Μουσείο Ακρόπολης

Rockpages.gr: Υπάρχει σχέδιο να κυκλοφορήσει αυτή η βραδιά σε CD, ή DVD, ή και τα δυο μαζί;

Desmond Child: Ναι και αυτό θα κυκλοφορήσει  από την BMG Records. Εκεί έχω συμβόλαιο και  θα είναι 27 τραγούδια. Θα έχει διάρκεια δυόμιση ώρες και δεν θα είναι CD, στην ουσία θα είναι μια playlist. Δεν θα βγει CD γιατί είναι πολλά τραγούδια για να χωρέσουν σε CD. Έτσι, ο κόσμος θα μπορεί να μπαίνει όπου ακούει τη μουσική του πλέον… Και θα μπορούν να το βλέπουν. Αλλά, δεν το έχουμε κυκλοφορήσει ακόμα. Ελπίζουμε πως θα βγει φέτος, όπως και το βιβλίο μου. Και μετά την επόμενη χρονιά, ποιος ξέρει; Θα βγει το ντοκιμαντέρ, το οποίο θα είναι φαντασμαγορικό. Είχαμε 12 κάμερες, αλλά όλα τα λεφτά ήταν ο φωτισμός. Αρκετός κόσμος είπε πως δεν είχε ξαναδεί κατί τέτοιο στο Ηρώδειο, που να είναι τόσο άρτιο.

Rockpages.gr: Σε περίπτωση που τα γλυπτά του Παρθενώνα επανενωθούν και επιστρέψουν στην Ελλάδα θα το χρωστάμε και σε σένα, όπως καταλαβαίνεις!

Desmond Child: Θα ήταν σπουδαίο να γίνω ένα μέρος της Ελληνικής ιστορίας. Αν είναι να γίνεις ένα μέρος της ιστορίας… ας είναι καλύτερα της Ελληνικής ιστορίας.

Rockpages.gr: Το καλοκαίρι που μας πέρασε δούλεψες με τους Rasmus στην Ελλάδα για το επόμενο άλμπουμ τους. Πως πήγε αυτό;

Desmond Child: Αυτή ήταν η δεύτερη φορά που γράφαμε ένα δίσκο με τους Rasmus στην Ελλάδα. Ο πρώτος λεγόταν “Black Roses” και τον γράψαμε στο δεύτερό μας ταξίδι. Το 2005, ή κάτι τέτοιο… Αυτή τη φορά επιστρέψαμε, για να κάνουμε το δεύτερο άλμπουμ. Έτσι, αυτή τη φορά… δουλέψαμε με τον συμπαραγωγό μου και συνεργάτη μου, τον Marti Frederiksen, που έχει δουλέψει πολύ με τους Aerosmith, τους Buckcherry και τον Daughtry. Έχει πολλή μεγάλη συνεισφορά στους Daughtry αλλά και στους Creed, σωστά; Ο λόγος που ρώτησα τους Rasmus αν θα ήταν εντάξει το να είχαμε έναν παραγωγό ακόμη, ήταν επειδή είναι πολλή δουλειά. Και μετά είναι και το… Όχι το budget, αλλά, το πρόγραμμα είναι πολύ σφιχτό για να τελειώσουμε πριν τον Ιανουάριο. Έτσι, δεν μπορούσα να το κάνω μόνος.

Συνολικά έχουμε 15 τραγούδια από τα οποία τώρα το συγκρότημα θα τα δοκιμάσει για να δει ποια τους πάνε περισσότερο. Έτσι, θα διαλέξουμε τα καλύτερα 10.

Δουλεύοντας με τους Rasmus

Rockpages.gr: Ο Gene Simmons σε έχει αποκαλέσει “song doctor”, πως σου φαίνεται αυτός ο όρος;

Desmond Child & Paul Stanley

Desmond Child: Ο Gene Simmons με αποκάλεσε “song doctor” ώστε… να μην χρειαστεί να με πει συνεργάτη. Ποτέ δεν “θεραπεύω” ένα τραγούδι. Έχομαι με μια λευκή σελίδα. Δεν ξέρω τι πρόκειται να συμβεί. Και συνεργαζόμαστε μαζί.  Και στα περισσότερα τραγούδια, μάλλον σε όλα τα τραγούδια συνεργάστηκα με τον Paul Stanley. Οπότε, ίσως ο Gene να είχε τους δικούς τους συνεργάτες, ώστε μετά να συναντιόντουσαν και να επέλεγαν τα καλύτερα τραγουδια. Έτσι, δούλευαν διπλά. Είχαμε αρκετά μεγάλη επιτυχία μαζί. “I was Made for Loving You”, “Heaven’s On Fire”, “Uh! All Night”, “You Make Me Rock Hard”, “King of the Mountain”, “Who Wants To Be Lonely”. Αυτό το τραγούδι το λατρεύω. Νομίζω ότι αυτό το τραγούδι είναι πολύ βαθύ. Νομίζω ότι δεν ήταν γραμμένο για το KISS Army, να το θέσω έτσι. Νομίζω ότι ο Paul είχε την ανάγκη να εκφραστεί. Και κάπως έτσι προέκυψε το τραγούδι. Είμαι βαθύτατα ευγνώμων στον Paul Stanley γιατί μου έδωσε την ευκαιρί και γιατί χάρη στο τραγούδι που γράψαμε το πρώτο μας τραγούδι, το “I Was Made For Loving You”. Μπόρεσα να αποκτήσω αυτή τη ζωή γιατί αυτό το τραγούδι συνεχίζει και συνεχίζει… Και δεν σταματά ποτέ. Είναι το μεγαλύτερο τραγούδι των KISS παγκοσμίως. Παρόλο που στον Gene  δεν άρεσε ποτέ!

Ο Paul κι εγώ πειραματιστήκαμε με αυτό και κατά κάποιο δημιουργήσαμε ένα νέο είδος μουσικής, που είναι dance beats με rock κιθάρα. Και μετά από αυτό το τραγούδι τίποτα δεν ήταν το ίδιο.

Rockpages.gr: Αισθάνεσαι ποτέ ότι είσαι «ο τελευταίος από ένα είδος που πεθαίνει» (ΣΣ “Last Of A Dying Breed”), όπως το τελευταίο τραγούδι που έγραψες με τους Rouge;

Desmond Child: Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ έτσι. Πιστεύω πως είναι αλήθεια. Εμείς βλέπαμε τους εαυτούς μας τους Desmond Child and Rouge, σαν να είμαστε μια συμμορία Λατίνων του δρόμου γιατί τραγουδούσαμε στους δρόμους και τα σχετικά. Κάπως έτσι είχαν τα πράγματα. Ζούσαμε στη Νέα Υόρκη και τα διαμερίσματα δεν είχαν κλιματισμό. Και ξέρεις, τα παράθυρα ήταν ανοιχτά. Μπορούσες να ακούσεις την κίνηση στον δρόμο. Ήταν μια φανταστική περίοδος να ζεις. Είχαμε τραγούδια όπως το “City in Heat”, “West Side Powwow”. Αλλά, το πιο σπουδαίο ήταν πως ήμασταν πολύ κοντά ο ένας με τον άλλο και η αλήθεια είναι ότι δουλέυουμε ακόμα μαζί. Αν μπεις στο Instagram, θα δεις εκεί τους  Desmond Child and Rouge. Γιατί, ξέρεις, όλοι ζούμε σε μια αέναη φούσκα. Και έχουμε και ένα website. Το λατρεύω όλο αυτό. Και έχουμε αρχίσει να δουλεύουμε καινούρια τραγούδια και ελπίζουμε ότι θα έχουμε ένα νέο single το φθινοπωρο. Απλά, πρέπει να συγκεντρωθούμε για το πως θέλουμε να το προωθήσουμε. Οι Desmond Child and Rouge, είναι εδω.

Rockpages.gr: Είσαι ένας κορυφαίος συνθέτης με Νο.1 επιτυχίες εδώ και 7 δεκαετίες. Θα έλεγες ότι αυτό είναι κάτι που διδάσκεται και καλλιεργείται, ή γεννιέσαι έτσι;

Desmond Child And Rouge

Desmond Child: Ο καθένας μπορεί να γράψει ένα τραγούδι. Πραγματικά το πιστεύω αυτό. Θα είναι ένα καλό τραγούδι αυτό που θα γράψει κάποιος; Αυτό χρειάζεται περισσότερα προσόντα και πολύ χρόνο και να έχεις γράψει και πολλά κακά τραγούδια. Θα πω ένα παράδειγμα. Έχω γραψει 3000 τραγούδια και από αυτά τα 3000, ίσως ηχογραφήθηκαν τα μισά. Και από αυτά μόνο τα 80 ή 90 πήγαν στο TOP 40 από αυτά ίσως τα 20 να πήγαν στο TOP 20 και ίσως 12 από αυτά στο TOP 10. Και ίσως επτά με οκτώ να έφτασαν στο NO.1. Οπότε, χρειάστηκαν 3000 τραγούδια και πολλά από αυτά να είναι κακά, για να προκύψουν τα καλά τα οποία άντεξαν και κέρδισαν τη δοκιμασία του χρόνου. Οπότε, θεωρώ ότι υπάρχουν πολλά βασικά που πρέπει να διδάξω. Μόλις ξεκαθαρίσεις τα βασικά τότε είσαι σε καλύτερη θέση να οργανώσεις τη σκέψη σου.

Μερικές φορές κάποιος μαθητής θα έρθει με ενα τραγούδι που ξεκινάει με το “εκείνη”. “Εκείνη” αυτό, “εκείνη” το άλλο. Και μόλις μπει το ρεφρέν το αλλάζει σε “εσύ”… Δεν τραγουδούσες για αυτό το πρόσωπο και όχι προς αυτό το πρόσωπο; Αυτός είναι ο πρώτος κανόνας: Αν είναι να γράψεις για “εκείνη” κράτησε το “εκείνη”. Αν είναι να γράψεις “εσύ” κράτα το “εσύ”. Έτσι, ξαφνικά όλα όσα λες αρχίζουν να βγάζουν νόημα. Αλλά πρέπει να μάθεις να κάνεις ομοικαταληξίες με καθαρές ρίμες. Το “Love” δεν κάνει ομοιοκαταληξία με το “enough”. Πόσες φορές δεν έχουμε δει το “love” να κάνει ρίμα με το “enough”; To “love” έναν ήχο “β”, ενώ το “enough”, “φ”. Οπότε, αυτό είναι κάτι που λέμε “αδύναμη ρίμα”. Ενώ, το “sun” και το “gun” δίνουν μια καθαρή ρίμα. Έτσι, ένα από τα μυστικά που έμαθα από τον μέντορά μου, τον Bob Crewe, που έγραψε όλα τα τραγουδια για τους Four Seasons και πολλά άλλα τραγούδια είπε οτι ο κόσμος θυμάται καλύτερα μια καθαρή ρίμα από μια αδύναμη, Οπότε, πάντοτε επιμένω τα ρεφρέν να έχουν καθαρές ρίμες έτσι ώστε, ένα στάδιο γεμάτο με κόσμο δεν ψάχνει να βρει τη λέξη. Την επόμενη λέξη που πρέπει να τραγουδήσει. Ξέρουν ποια θα είναι γιατί κάνει ομοικαταληξία με τον προηγούμενο στίχο.

Αυτά είναι κάποια από τα πράγματα που προσπαθώ να περάσω. αλλά και η ποσότητα του χρόνου, οι δεκάδες χιλίαδες ώρες, τα απρόβλεπτα, ή οτιδήποτε άλλο. Πραγματικά, παίρνει πολύ χρόνο για να γίνεις καλός σε κάτι. Οπότε, επιμένω και σε αυτό όχι μόνο για τον εαυτο σου, αλλά και κάποιον άλλο που έχεις υπόψη.

Desmond The Viking

Ο καλλιτέχνης είναι εκεί. Αρχίζεις να κάνεις κάποιες ερωτήσεις και μετά την βλέπεις να κλαίει για κάτι που συνέβη στην προσωπική της ζωή. Κι εγώ κάθομαι και σημειώνω τα πάντα που λέει, που γίνονται μέρος του τραγουδιού. Έτσι, όταν πάει να το τραγουδήσει το βγάζει από το σύστημά της, έτσι θεραπεύεται. Έτσι, όταν το ακροατήριο την ακούει να τραγουδάει ξανά και ξανα παίρνει την ενέργειά της και θεραπεύεται κι αυτό από το δικό της καρδιοχτύπι.

Όταν ένας ηθοποιός παίρνει ένα ρόλο συνήθως τον παίρνει γιατί κάτι μέσα στην ψυχή του του μιλάει. Ακόμα κι αν δεν είναι τέλειοι για το ρόλο, πρέπει να το περάσουν, κι αν πραγματικά τους αρέσει η δουλειά του τότε, θα ξεκλειδώσουν κάτι από μέσα τους. Έτσι, όταν το κοινό δει την ερμηνεία τους θα ανατριχιάσει, θα αλλάξει, θα μεταλλαχθεί. Κι αυτό συνιστά την καλή ηθοποιία. Το ίδιο συμβαίνει και με τα τραγούδια όταν κάποιος λέει μια αυθεντική ιστορία. Αυτό εμπεριέχει ειρωνεία και την ένταση των αντίθετων. Κι όλα αυτά είναι πράγματα που πρέπει να έχει η τέχνη. Στ’ αλήθεια είναι. Είναι πολύ πιο επιτυχημένη.

Rockpages.gr: Τι άλλο μένει να κάνεις στην καριέρα σου;

Desmond Child: Θέλω να κάνω μεγάλα θεάματα. Αυτό μου έχει μείνει. Είναι ένα από αυτά τα πράγματα που συνηθίζω να δουλεύω ασταμάτητα. Ξέρεις νύχτα-μέρα και τα Σαββατοκύριακα. Γι’αυτό το λόγο όταν έρχονται οι νέοι τους ρωτάω: “λοιπόν, πόσα τραγούδια έχεις γράψει; “Και μου λένε: “έχω γράψει 23 τραγούδια”. Αλήθεια; «Εγώ στη ζωή μου έχω γράψει πάνω από 3000. Και γραφω τουλάχιστον 100 τραγούδια τον χρόνο, έχω ζωή και κάνω και όλα αυτά τα άλλα πράγματα. Εσύ τι κάνεις;» Και μου λένε «εντάξει»…

Παρεμπιπτόντως, λατρεύω να διδάσκω και ήμουν για μια χρονιά στο Rock and Roll Fantasy Camp. Με κάλεσε ο David Fishof και ήταν για τέσσερις μέρες και είχε 50 μαθητές και είχες χρόνο με τον καθένα μπροστά σε όλους με τον κάθε συνθέτη. Έφεραν το τραγούδι τους και το ανέλυσα και μετά ήρθαν πίσω την επόμενη ημέρα και μας έδειξαν τις διορθώσεις που έκαναν. Θέλω να κάνω κι άλλη τέτοια δουλειά. Μου αρέσει να βλέπω πως στις νεαρές ηλικίες αρέσει η rock μουσική. Και κάπου διάβασα πρόσφατα ότι το rock το κλασικό rock συμβαδίζει με όλα τα άλλα μουσικά είδη. Παίρνει τεράστιο airplay, είναι διαφορετικό από αυτό που λέμε “ενεργό rock”. Ή μοντέρνο rock, σε αυτό είναι λιγότερο. Αλλά, τα κλασικά rock τραγούδια γίνονται ολοένα και μεγαλύτερα. Και δεν έχω κανένα πρόβλημα με αυτό!