Κυριολεκτικά από το πουθενά ήρθε η κυκλοφορία του ντεμπούτου άλμπουμ των Diamonds Hadder, “Beyond The Breakers”. Με την πρώτη ακρόαση ένα πέπλο μυστηρίου καλύπτει την ταυτότητα του γκρουπ και των μελών του, καθώς ελάχιστες πληροφορίες είναι διαθέσιμες, πράγμα σπάνιο στην εποχή της γρήγορης και άμεσης πληροφόρησης για τα πάντα όλα μέσω των social media. Η μοναδική οπτική επαφή που έχει κανείς με το συγκρότημα είναι το βίντεο για το “Stargazer” που είχαν δημοσιεύσει, αλλά αφενός ο τραγουδιστής εμφανίζεται με μια περίεργη μάσκα και οι υπόλοιποι είναι δεν είναι μέλη των Diamonds Hadder πια, όπως προκύπτει από την συνέντευξη με τον mastermind, John Evermore. Να σημειωθεί ότι αυτή η συνέντευξη που δίνει στον Γιάννη Δόλα είναι η πρώτη που δίνει ποτέ…

There’s a place that never was, and a door that takes you there…

Ανοίγοντας το παράθυρο το Zoom περίμενα να δω τον μασκοφόρο τραγουδιστή, αλλά αντ’ αυτού είδα τον John με μπλουζάκι Fates Warning, ενώ κάπου πιο πίσω δίπλα στο πιάνο διέκρινα μια αφίσα Queensrÿche. Για περίπου μιάμιση ώρα ξεδιπλώθηκε μπροστά μου ολόκληρη η ιστορία του John Evermore και των Diamonds Hadder, μια κλασική rock/metal αφήγηση για το πώς από μια δύσκολη κατάσταση, μια τραγική στιγμή ήρθε η εξιλέωση και η σωτηρία μέσα από τη μουσική και όλα αυτά καθοδηγούμενα από μια διαίσθηση που έγινε πραγματικότητα και ένα όνειρο που αποκάλυψε την πραγματικότητα…

 Καταρχάς, οι Diamonds Hadder στην παρούσα φάση είναι σόλο project, παρόλο που ξεκίνησαν σαν μπάντα. «Το 2019 βρέθηκα σε μια πολύ άσχημη κατάσταση στη ζωή μου», εξομολογείται ο John. «Μπορείς να πεις ότι σε κάποιο βαθμό πέθανα και έκανα ένα reset. Είδα ένα όνειρο για τον κο. Evermore και έκατσα και το κατέγραψα, ήταν ένα ποίημα. Το έγραψα στο σπίτι μου στο Malibu, που αργότερα κάηκε. Κατά κάποιο τρόπο ήταν μια αφύπνιση. Ένοιωσα ότι έπρεπε να κάνω κάτι κι έτσι εκείνη την χρονιά άρχισα να γράφω τα τραγούδια, “Evermore”, “Master Of Illusion” και μια βερσιόν του “The Ballad Of The Dead Rabbit”. Λίγο μετά το όνειρο το σπίτι μου, που έμενα για 10 χρόνια κάηκε ολοσχερώς. Και μαζί με αυτό όλα στη ζωή μου έγιναν σκατά. Η σχέση μου… και γενικά όλα.

Το οξύμωρο είναι ότι λίγες μέρες πριν τη φωτιά καθώς έφτανα στο σπίτι με το αμάξι, μην φανταστείτε καμιά βίλα, είδα στον ουρανό ένα σύννεφο που έμοιαζε με λύκο και μου δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι πρόκειται να ξεσπάσει πυρκαγιά και όντως συνέβη! Το σπίτι μου κάηκε, όλα πήγαιναν κατά Διαόλου και αναγκάστηκα να επιστρέψω στο Los Angeles. Εκεί, μια μέρα ξαφνικά ξυπνάω με τα τραγούδια των Diamonds Hadder και το παίρνω απόφαση: «θα κάνω αυτό που πρέπει».

Ωστόσο, πριν το συγκρότημα και το άλμπουμ πάρουν σάρκα και οστά, ο John έρχεται σε επαφή με μια άλλη μπάντα, τους Tor, ενθουσιάζεται από το υλικό και το στυλ τους και αποφασίζει να γίνει μέλος τους, ως τραγουδιστής.

Time is a ladder up to the shine, every step we take leads to another why…

«Γνώρισα τους Tor και ήταν σπουδαίοι. Γούσταραν πολύ Rainbow, o κιθαρίστας τους, ο Doug Weiand είναι ένας φοβερός βιρτουόζος και ο ντράμερ, Joey Mancaruso, ένας από τους καλύτερους που μπορείς να βρεις στο LA. Έτσι, αρχίζουμε να δουλεύουμε και γράφουμε 17 τραγούδια, αλλά αποφασίζουμε να το μαζέψουμε για να έχουμε ένα σφιχτό άλμπουμ, να το κυκλοφορήσουμε και μετά να βγούμε για περιοδεία. Μπαίνουμε λοιπόν στο στούντιο, ηχογραφούμε το άλμπουμ και το “Stargazer”, ενώ εγώ παράλληλα περνάω μια ακραία φάση με το concept των Diamonds Hadder… φτιάχνω κοστούμια και γράφω βιβλία σαν τρελός. Είμαι στον κόσμο μου, σαν ένας παράφρων στη σοφίτα μου, γράφω φωνητικά, ενορχηστρώσεις, κυκλοφορώ μέσα στο σπίτι με μάσκες, ενώ παράλληλα βλέπω οράματα με τους Diamonds Hadder. Και ενώ είμαστε έτοιμοι να κυκλοφορήσουμε το άλμπουμ και να κάνουμε τη σχετική φωτογράφιση για το promo… τα σπάσαμε!

Ο λόγος πως δυο μέλη της μπάντας δεν συμφωνούσαν με εμένα, που ήθελα να εμφανιστώ στη φωτογράφιση ντυμένος όπως είχα φανταστεί και με μάσκα. Εκείνοι ήθελαν μια πιο παραδοσιακή φωτογράφιση, όλοι στα μαύρα κλπ. Εγώ όμως έχω μια καλλιτεχνική φύση και έχω εμπνευστεί κάτι που είναι στο πνεύμα του heavy metal. Δεν είναι ότι ξαναεφευρίσκω τον τροχό, ή κάτι τέτοιο, απλά έχω τις ιδέες μου… αφήστε με τελοσπάντων να είναι ο εαυτός μου!»

Και ενώ όπως φαίνεται στο γκρουπ υπήρχε ένα ρήγμα αποφασίστηκε να ηχογραφήσουν μια διασκευή (το “Stargazer”) και για την ώρα να αφήσουν τα του άλμπουμ… όπερ και εγένετο. Ωστόσο, δεν άλλαξε κάτι και παρά τις συζητήσεις επί συζητήσεων για το τι μέλει γενέσθαι δεν βγάζουν άκρη. Μάλιστα, ο John φτάνει στο σημείο να ικετεύσει το γκρουπ να κυκλοφορήσουν το άλμπουμ το οποίο κάθεται και το ζήτημα έχει σκαλώσει στην φωτογραφία του γκρουπ που θα έχει το οπισθόφυλλο.

«Ένα βράδυ, όπως κάθομαι στο σπίτι βάζω το “City Of Fire” να παίξει και αρχίζω να κατεβάζω στην κονσόλα τις φέτες από τις κιθάρες, τα τύμπανα και το μπάσο και ακούγεται τόσο όμορφο. Ακούγονται μόνο τα ορχηστρικά μέρη, γιατί έχει παντού πλήκτρα και είναι υπέροχο, ώσπου μια σκέψη γεννιέται στο μυαλό μου: «γιατί να μην κυκλοφορήσω αυτή τη δουλειά που έχω κάνει όλα αυτά τα χρόνια μόνος μου;»

Πιάνω λοιπόν την κιθάρα και αρχίζω να σκέφτομαι να μην ακούσω τη μουσική που είχαμε ηχογραφήσει και να τα γράψω όλα από την αρχή κρατώντας μόνο τα φωνητικά… και αυτό έκανα».

Ξεκινωντας από το “City of Fire” ο John ξαναηχογράφησε ολόκληρο το άλμπουμ μόνος του. Χρειάστηκε περίπου ενάμιση μήνα για το κάθε τραγούδι και το άλμπουμ έπαιρνε την τελική του μορφή. «Σαν το όνειρό μου, ο λύκος, η φωτιά, όλα. Το “The Ballad Of The Dead Rabbit” είναι κατ’ ουσία το τραγούδι που μιλάει για το λύκο που είδα και τη φωτιά που κατέστρεψε το σπίτι μου και ουσιαστικά είναι το κομμάτι που συμπληρώνει το παζλ. Είναι η ζωή μου όλη. Είναι η ανάστασή μου από τους νεκρούς, η επιστροφή μου στη ζωή και το αίσθημα ότι ανανεώθηκα, ξαναπέκτησα την επαφή με το ποιος είμαι και τι ήθελα να δημιουργήσω, αλλά κυρίως κατάλαβα τι ήταν ο “Evermore”, τι ήταν οι “Diamonds Hadder”, τι είναι όλα αυτά…»

I play the fool, you guard the gates. We’ll let the wind decide our fates…

To “Master Of Illusion” αποδεικνύεται προφητικό για τον ίδιο, καθώς του αποκαλύπτει την ταυτότητά του και ταυτόχρονα τον λυτρώνει.  «Ο Johnny είμαι εγώ και στο τραγούδι λέω στον Johnny «ξύπνα! Πρέπει να ξυπνήσεις και να σκοτώσεις τον εαυτό σου». Το τραγούδι έχει σαν θέμα έναν μάγο και τον μαθητή του. Ο μαθητής νομίζει ότι κοιμάται, ενώ στην πραγματικότητα ο μάγος του έχει κάνει ένα ξόρκι και τον έχει ξαπλωμένο σε ένα τραπέζι. Και ακούγεται το ψιθύρισμα που ακούτε στο τραγούδι που του λέει: «Johnny, πρέπει να ξυπνήσεις. Αυτό δεν είναι αληθινό. Πρέπει να σκοτώσεις τον εαυτό σου». Πρέπει να αυτοκτονήσει για να σπάσει το ξόρκι. Καθώς λοιπόν άκουγα το τραγούδι άρχισα να συνειδητοποιώ ότι ο ήρωας, ο John, είμαι εγώ. Είμαι o John Evermore. Προηγουμένως δεν ήθελα να είμαι ο εαυτός μου και αισθανόμουν σαν χαμένος, τώρα όμως δεν με ενοχλεί πλέον να είμαι εγώ ».

Τα τραγούδια των Diamonds Hadder είναι μεγάλα σε διάρκεια. Όταν σε έναν κανονικό δίσκο και όχι EP έχεις μόλις 7 κομμάτια, αυτό είναι αυτονόητο. Γιατί ο John επιμένει –τουλάχιστον στο “Beyond The Breakers”- στις μεγάλες διάρκειες, πως συνθέτει αυτές τις μακροσκελείς συνθέσεις; «Είναι μια περίεργη διαδικασία. Όταν γράφω ένα τραγούδι το κάνω εντελώς ελεύθερα. Οι στίχοι μου έρχονται συνήθως στο αυτοκίνητο, ή στο πιο περίεργο μέρος, οπότε επί τόπου τους σημειώνω. Μετά αρχίσω και δοκιμάζω ό,τι ιδέα μου κατέβει με μια κιθάρα. Το riff είναι πολύ σημαντικό. Συνήθως από την κιθάρα γεννιούνται ιδέες. Πολλές φορές μπορεί να τραγουδάω ένα riff και να δοκιμάζω πάνω του τους στίχους που έχω γράψει. Πάντα βλέπω τους στίχους σαν μια κλωστή που διαπερνά ένα τραγούδι. Η κάθε λέξη είναι συνδεδεμένη με την προηγούμενη και την επόμενη. Αν αρχίσεις να το χαλάς αυτό το τραγούδι χάνεται. Έτσι, όταν γράφω ένα τραγούδι, ακόμα κι αν αυτό βγαίνει μεγάλο σε διάρκεια, αν η αλληλουχία των λέξεων, αυτή η κλωστή είναι δυνατή, το συνεχίζω. Θυμάμαι πολλές φορές στο “Evermore” και το “Master Of Illusion” που σκεφτόμουν να σταματήσω, αλλά αφού είχαν μια καλή αλληλουχία τα άφησα όπως ήταν. Στο “Long Is The Road” έκανα μια συνειδητή επιλογή να μην το συνεχίσω τόσο πολύ».

Αυτό επίσης που εντυπωσιάζει στην υπόθεση των Diamonds Hadder και του John Evermore είναι το πολύ εντυπωσιακό website, αλλά και η απουσία από τα social media και κυρίως από το Facebook, η οποία είναι συνειδητή.

«Δεν θέλω να με ελέγχει το Facebook. Δεν θέλω να με ελέγχει τίποτα. Το website είναι το σπίτι μου, ο ναός που έχτισα κι αν ο κόσμος θέλει να μάθει για μένα μπορεί να πάει στο diamondshadder.com. Ανεβάζω ό,τι θέλω εκεί. Ξέρω ότι δεν θα μπορέσω να στρέψω τα βλέμματα πολλών εκεί, γιατί πλέον το κοινό δεν επισκέπτεται τα επίσημα sites, αλλά για μένα αυτό είναι το σπίτι μου. Μπορώ να βάλω τα εικαστικά που θέλω, όπως τα θέλω. Ωστόσο, άνοιξα μια σελίδα στο Instagram όταν έβγαλα το άλμπουμ, γιατί θεώρησα ότι θα πρέπει να υπάρχει έστω κάποια πληροφορία εκεί για μένα. Είναι ένα καλό εργαλείο για το marketing, αλλά το website είναι το πιο σημαντικό για μένα».

I’ve seen fire and I’ve seen rain. Lived the why and died by flame…

Πάντως, σίγουρα εκεί που δεν είναι φειδωλός είναι τα βίντεο στο Youtube, που βέβαια αν εξαιρέσουμε το “Stargazer” τα υπόλοιπα είναι απαγγελίες, που όπως αναγράφεται από κάτω μπορεί να είναι το θέμα για το δεύτερο άλμπουμ, αλλά μπορεί και όχι… «Πρώτα πρέπει να βγει σε βιβλίο. Έχω 16 ιστορίες αυτή τη στιγμή… έχω μια ιδέα να κάνω κάτι πολύ σπέσιαλ, κάτι σαν το «Φάντασμα της Όπερας» με τους Diamonds Hadder, κάτι οπερετικό, έναν παλαβό δίσκο με μια ιστορία από πίσω και να συμπληρώνει το βιβλίο με άλλες 16 ιστορίες. Να εξελίσσει τους χαρακτήρες… έχω τόνους από σημειώσεις και γραπτά. Είμαι σίγουρος ότι θα  τα εκδώσω σε ένα βιβλίο κάποια στιγμή, μπορεί να γίνει και άλμπουμ. Επίσης, έχω σκεφτεί να κρατήσω τις απαγγελίες και στις συναυλίες μαζί με τα οπερετικά στοιχεία να στήσω κάτι σαν το Broadway, μια heavy metal έκδοση του «Φαντάσματος της Όπερας», θα ήθελα πολύ να κάνω κάτι τέτοιο, είναι το όνειρό μου».

Άρα, υπάρχει το σχέδιο για συναυλίες, αλλά πως θα γίνει αυτό από τη στιγμή που δεν υπάρχει μπάντα, αλλά μόνο ένα άτομο που τα έχει ηχογραφήσει όλα; «Έχω προτεραιότητες και η πρώτη ήταν το άλμπουμ. Αυτό τελείωσε. Τώρα προτεραιότητα είναι το βίντεο, γιατί εφόσον δεν έχω κάνει καμία προωθητική ενέργεια για το άλμπουμ πρέπει να κυκλοφορήσω ένα βίντεο, το οποίο θα είναι το “Long Is The Road” (ΣΣ. Η συνέντευξη έγινε στις 5 Αυγούστου). Είναι πολύ σημαντικό γιατί με αυτό θα δείξω ποιος είμαι, θα κάνω ένα πολύ cool, bad-ass βίντεο, είμαι ήδη στα μισά. Είναι πολύ κινηματογραφικό και τρελό.

Οπότε, αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να φτιάξω μια μπάντα γιατί μοντάρω το βίντεο. Δεν μπορώ να σταματήσω γιατί είναι κάτι πολύ σημαντικό, θα είναι το αποτύπωμα του άλμπουμ, κάτι που θα υπάρχει για πάντα εκεί έξω. Επομένως, μόλις τελειώσω το βίντεο και το δημοσιεύσω θα κάνω οντισιόν για να φτιάξω μια μπάντα. Θέλω να παιχτεί αυτό το άλμπουμ ζωντανά, λατρεύω να είμαι στη σκηνή. Με τους Tor κάνουμε πρόβες τρεις φορές την εβδομάδα. Όταν παίζω live δεν παίζω πλήκτρα, ή κιθάρα, είμαι ο τραγουδιστής και μου αρέσει να παίζω συναυλίες».

Ακούγοντας το άλμπουμ για πρώτη φορά ένοιωσα ότι αυτό το υλικό θα λατρευτεί από τους απανταχού true metalers, χατζήδες, gatekeepers κλπ. Επίσης, μου έκανε εντύπωση που κανείς άλλος δεν είχε ανακαλύψει τον John Evermore και να του κάνει κάποια συνέντευξη. Μου φαινόταν πολύ περίεργο, αλλά είμαι σίγουρος πως οι Diamonds Hadder θα έχουν καλύτερη τύχη από αυτή τη μεριά του Ατλαντικού.

«Βρίσκομαι στο L.A. στην καρδιά της μουσικής, αλλά η μουσική μας εδώ στις ΗΠΑ ακούγεται πολύ περίεργη. Ακόμα κι εγώ, κοιτάζoντας τον εαυτό μου και τις άλλες μπάντες στο L.A. βλέπω ότι ξεχωρίζω σαν τη μύγα μέσα στο γάλα. Γιατί κανείς δεν κάνει τέτοια μουσική πια; Δεν θυμάται κανείς τις ρίζες μας, τα τραγούδια και τα συγκροτήματα με τα οποία μεγαλώσαμε; Που δίναμε την ψυχή μας για αυτά; Βάζω σε διάφορους γνωστούς, και μη, να ακούσουν το άλμπουμ και σε κάποιους δεν αρέσει καθόλου. Αλλά εγώ το λατρεύω. Θυμάμαι πως ήταν όταν ήμουν παιδί και έλιωνα όλους αυτούς τους δίσκους. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Θα είναι για πάντα στο αίμα μου»

Όσο για την Ευρώπη, ξέρω πως εκεί υπάρχει μεγάλη αγάπη για το παραδοσιακό metal. Οπότε, έλεγα στον εαυτό μου: «κάνε αυτό το δίσκο, μπορεί να σημαίνει κάτι σε κάποιους ανθρώπους εκεί». Εδώ, φαίνεται ότι το κοινό δεν το αγαπάει, νοιώθω ότι είμαι απομονωμένος, αλλά ήμουν αποφασισμένος να κάνω αυτό το άλμπουμ πάση θυσία, ελπίζω εκεί στα μέρη σας να σημαίνει κάτι».