Οι Χρήστος Κισατζεκιάν και Σωτήρης Λαγονίκας μετά από χρόνια φιλίας και συνεργασίας στους What’s the Buzz, κυκλοφορούν τον πρώτο τους  δίσκο με την επωνυμία Double Treat. Ο Σωτήρης αναλαμβάνει την μερίδα του λέοντος παίζοντας ντραμς, κιθάρες, πλήκτρα και τραγουδώντας ενώ ο Χρήστος πλαισιώνει με το μπάσο του και τραγουδώντας σε ένα κομμάτι.

Ο δίσκος κινείται σε heavy μονοπάτια με πολλές blues, funk και prog πινελιές. Από το “Never Too Late” που ανοίγει τον δίσκο φαίνεται ότι έχει γίνει πολύ προσεκτική δουλεία από την μπάντα. Η παραγωγή είναι μεν καθαρή αλλά μεταφέρει περίτεχνα και πολύ όμορφα το νοσταλγικό 70s ύφος που θέλουν να περάσουν τα κομμάτια.

Στο “Till the End” τα ντραμς ξεκινάνε και ανεβάζουν λίγο το tempo με ένα πολύ όμορφο funk ρυθμό και στο “Who Says” γίνονται εμφανή τα πιο prog στοιχεία, με εναλλαγές ρυθμών και ενα απο τα πιο όμορφα solo του δίσκου.

Τα κομμάτια κινούνται σε mid-tempo ρυθμούς και συνολικά δεν ξεπερνούν τα 50 λεπτά ακρόασης (μαζι με το hidden track φτάνουν τα 51), πράγμα που κάνει τον δίσκο ακόμα πιο εύκολα ακροάσιμο. Τα σόλο και του Σωτήρη και των guests (Θοδωρής Υδραίος, Αλέξης Φλούρος και Ντένης Κωστόπουλος) είναι  εξαιρετικά όπως είναι και τα ντραμς. Τα riffs είναι άλλοτε “groovατα”, άλλοτε blues και άλλοτε τεχνικά.

Στιχουργικά τα κομμάτια μιλάνε από την οικονομική κρίση, μέχρι το πιο απλό θέμα της ερωτικής απογοήτευσης. Αξιοσημείωτα δύο κομμάτια που είναι μελοποιημένοι στίχοι ποιημάτων. Το ομότιτλο “Wander Thirst” είναι μελοποιημένο ποίημα του Gerald Gould και το “Guardian Hesperus” είναι μια ελεύθερη απόδοση του ομότιτλου ποιήματος του Οδυσσέα Ελύτη.

Ο δίσκος κλείνει με ένα “hidden track”, διασκευή ενός γνωστού κομματιού το οποίο θα παραμείνει hidden για ευνόητους λόγους. Γενικά η πρώτη δουλειά των Double Treat δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από οποιαδήποτε κυκλοφορία του έτους. Καθαρός hard ήχος παιγμένος εξαιρετικά και με πολύ όρεξη. Δεν ξέρω αν υπάρχει πιθανότητα για συνέχεια της μπάντας ή ακόμα και για live αλλά πραγματικά το εύχομαι.