Όταν το Νοέμβριο του 2022 οι Metallica ανακοίνωσαν τη νέα τους περιοδεία, προς υποστήριξη του «72 Seasons», ήταν εμφανές πως είχαμε μπει σε μια νέα εποχή, σε μια νέα τάξη πραγμάτων. Στάδια μεν, για πολύ περιορισμένο αριθμό εμφανίσεων δε (κάτω από 50 συνολικά για το ’23 και το ‘24), δύο σε κάθε πόλη, διαφορετικά support, δύο εντελώς διαφορετικά σετ, απουσία των αγορών που δυσκόλεψαν περισσότερο τις μετακινήσεις επί covid (Ασία, Αυστραλία). Ανέκαθεν πρωτοπόροι, οι Metallica είδαν, σε μια δύσκολη και ιδιαίτερη περίοδο για τη βιομηχανία της ζωντανής ψυχαγωγίας λόγω των απανωτών κρίσεων (πανδημία, κατάρρευση εφοδιαστικής αλυσίδας, πόλεμος, ενεργειακή κρίση, πληθωρισμός), μια ευκαιρία: Ένα μοντέλο που μπορούσε να συνδυάσει την ανάγκη να ταξιδεύουν λιγότερο, τόσο οι ίδιοι (περισσότερη ξεκούραση, καλύτερη απόδοση), όσο και τα φορτηγά τους (κόστος, γεωπολιτική αστάθεια), με την επιθυμία να προσφέρουν ένα νέο προϊόν στους οπαδούς τους. Το «M72» δεν είναι ακριβώς περιοδεία, τουλάχιστον με τη συνηθισμένη έννοια, ούτε φεστιβάλ. Είναι ένα… τριήμερο με τους Metallica.

Το συγκεκριμένο τριήμερο ξεκίνησε την Πέμπτη 27 Απριλίου με τον συμπαθέστατο υιό του αείμνηστου Eddie Van Halen, τον Wolfgang. Το ντεμπούτο άλμπουμ του προσωπικού του project, Mammoth WVH, μου άρεσε αρκετά, ενώ το δεύτερο θα ακολουθήσει μέσα στο καλοκαίρι. Καλός κιθαρίστας και τραγουδιστής, με δικό του στυλ που δεν παραπέμπει στο επώνυμό του, αλλά στο αμερικάνικο hard rock του 21ου αιώνα, ο Wolfgang και η υπόλοιπη μπάντα νομίζω κατάφεραν να κερδίσουν τις εντυπώσεις, παρά το γεγονός ότι τους «κατάπιε», όπως είναι λογικό, η σκηνή. Με τον όρο σκηνή, παρεμπιπτόντως, εννοώ το τεραστίων διαστάσεων δαχτυλίδι στο κέντρο της Johan Cruyff Arena, εκ πρώτης όψεως εντελώς ακατάλληλο για οποιονδήποτε performer, που δημιουργεί ένα εξίσου τεράστιο pit. Είναι το στοιχείο που έρχεται να «κουμπώσει» με το φιλόδοξο concept που ανέλυσα στην πρώτη παράγραφο, και στην ουσία δημιουργεί πολυάριθμες διαφορετικές εμπειρίες ανάλογα με το σημείο που βρίσκεται ο θεατής.

Οι πολυπληθέστεροι Architects τα πήγαν καλύτερα στο «δαχτυλίδι», με τον τραγουδιστή Sam Carter και τον κιθαρίστα Adam Christianson να καταγράφουν διψήφιο αριθμό γύρων. Αναμφίβολα αποτελεσματικό το groove τους σε χαμηλό κούρδισμα συνδυαστικά με metalcore μελωδικότητα, αλλά εξίσου επαναλαμβανόμενο. Δεν θα μου κάνει εντύπωση πάντως η περιοδεία αυτή να λειτουργήσει ως βατήρας και να τους βλέπουμε από το δω και στο εξής ψηλότερα στις αφίσες των φεστιβάλ.

Ένα δεκάλεπτο πριν την προγραμματισμένη έναρξη του show των Metallica ο ηλεκτρισμός στην ατμόσφαιρα άρχισε να γίνεται αισθητός. Στο «Ecstasy of Gold» κορυφώνεται. Ακολουθεί αρχικά απροσδιόριστη μαγνητοφωνημένη εισαγωγή. Για το «72 Seasons»; Ή μήπως για το «Lux Æterna»; Ίσως για το «Whiplash», όπως πέρυσι; Μέχρι που γίνεται σαφές ότι ο drummer με κάτι cojones από δω μέχρι την Κοπεγχάγη αποφάσισε εκκίνηση stadium show με το «Orion». Οι φορές που έχει συμβεί κάτι τέτοιο στο παρελθόν αφορούν μόνο πολύ ειδικές περιστάσεις και μετριούνται στα δάχτυλα ενός χεριού.

Μιας και ανέφερα τον Lars, παίζει το σετ σε τέσσερα kit που αναδύονται διαδοχικά μέσα από τη σκηνή, σε τέσσερις διαφορετικές θέσεις, κάθε τέσσερα τραγούδια. Η πρώτη τετράδα, ανήμερα των γενεθλίων του Ολλανδού βασιλιά (Koningsdag), κλείνει με το υπέροχα ταιριαστό «King Nothing» που α) μοιράζεται μπόλικο DNA με το «Sleepwalk My Life Away» που έκανε ωραιότατη παγκόσμια πρεμιέρα λίγο αργότερα, β) κατέστησε σαφές πως μιλάμε για μια setlist του ονείρου.

«The Day that Never Comes» προσωπικό απωθημένο και ιδανικός εκπρόσωπος του «Death Magnetic», «Ride the Lightning» στην καλύτερη εκτέλεσή του που θυμάμαι, «Battery» ολόκληρο, με τη γέφυρα, όπως γράφτηκε και όπως έπρεπε. Μερικά μόνο highlights ενός επικού live.

Το Σάββατο, ο γράφων κέρδισε snake pit pass και άρα άνεση χρόνου, οπότε την ώρα που βγήκαν στη σκηνή οι Ice Nine Kills ακόμα χωνεύαμε κάτι ribeye. Απολογούμεθα. Τη ντόπια Floor Jansen, που αντικατέστησε εσπευσμένα τους Five Finger Death Punch τελευταία στιγμή, την προλάβαμε. Πολύ πιο ενεργητική και δραστήρια από τη μπάντα που τη συνόδευε, παρά την εγκυμοσύνη, τραγούδησε κομμάτια από το solo album της «Paragon», από το παρελθόν της, αλλά και διασκευές. Οι Nightwish εκπροσωπήθηκαν με το «Our Decades in the Sun» από το «Endless Forms Most Beautiful», ενώ ωραία ιδέα ήταν το κλείσιμο με «Phantom of the Opera» σε ντουέτο.

Ερώτημα: «Μπορούσε αυτή η setlist να είναι ακόμη πιο φιλόδοξη από την πρώτη βραδιά;»

Απάντηση: «The Call of Ktulu» για καλησπέρα, «Creeping Death» για να μην ξεχνιόμαστε, «Leper Messiah» για θάνατο, «Until it Sleeps» (πρώτη φορά από το 2008!) για την ανατριχίλα.

Στο snake pit, οφείλω να το ομολογήσω, η κατάσταση είναι ανησυχητικά πολιτισμένη για τα γούστα μου, η ευκολία κινήσεων και μετακινήσεων υπερβολική για metal συναυλία, αλλά ας επικεντρωθούμε στο οπτικοακουστικό υπερθέαμα. Από τα καινούρια, το «72 Seasons» θέλει ακόμη λίγη δουλειά, το «If Darkness Had a Son» είναι πανέτοιμο από καιρό και το «You Must Burn!» επιβεβαίωσε ότι είναι ένα από τα καλύτερα κομμάτια του νέου δίσκου.

Το «Wherever I May Roam» ξεκίνησε χωρίς τον σταθερά καθηλωτικό James Hetfield που ακόμη άλλαζε κιθάρες καπνίζοντας το πούρο του αλλά είναι πάντα ευπρόσδεκτο, το διαδέχθηκε δε το old classic «Harvester of Sorrow» και το modern classic «Moth Into Flame».

2 συναυλίες, 32 τραγούδια, καμία επανάληψη, κανένα encore, εκπροσώπηση απ’ όλες τις δεκαετίες. Πράγματι, τελικά το «M72» δεν είναι ακριβώς περιοδεία… είναι η απόλυτη εμπειρία Metallica.

Ρωμανός Τερζής

Setlist Night 1: Orion, For Whom the Bell Tolls, Holier Than Thou, King Nothing, Lux Æterna, Screaming Suicide, Fade to Black, Sleepwalk My Life Away, Nothing Else Matters, Sad but True, The Day that Never Comes, Ride the Lightning, Battery, Fuel, Seek & Destroy, Master of Puppets

Setlist Night 2: The Call of Ktulu, Creeping Death, Leper Messiah, Until it Sleeps, 72 Seasons, If Darkness Had a Son, Welcome Home (Sanitarium), You Must Burn!, The Unforgiven, Wherever I May Roam, Harvester of Sorrow, Moth Into Flame, Fight Fire With Fire, Whiskey in the Jar, One, Enter Sandman