Σε μία solo δουλειά ένας καλλιτέχνης μπορεί να παρουσιάσει μια άλλη πιο ευάλωτη πλευρά του, μακριά από την προστασία της παραμόρφωσης που συνήθως λειτουργεί προστατευτικά στο κανονικό σχήμα του.

Ο Kωνσταντίνος Mindcrimek Βλάχος άκουσε το πρώτο solo άλμπουμ του Jon Voyager “Monsters” και με χαρά το παρουσίασε στο SOUNDS OF DECAY RADIOSHOW στο darkwaveradio.net (Δευτέρες 21.00-22.30). Όπως λέει και ο ίδιος όμως, του αρέσει να ψάχνει τη μουσική και να δοκιμάζει τελείως διαφορετικά μονοπάτια και το αποτέλεσμα τον δικαίωσε.  Ο λόγος στον Γιάννη…

Rockpages.gr: Γιάννη καλησπέρα και καλώς ήρθες στο SOUNDS OF DECAY Radioshow, τι είναι αυτά τα μικρά κουτιά που μας είπες στο Little Boxes, το κομμάτι που άνοιξε απόψε την εκπομπή…

Jon: Νιώθω πως μου βγήκε μια πιο ευάλωτη πλευρά με αυτό το υλικό και μου φάνηκε μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση. Οπότε το Little Boxes παίρνει διάφορες ερμηνείες κατά διαστήματα, όταν ξεκίνησα να το γράφω μιλούσε περισσότερο για συναισθηματικά κουτάκια, συναισθήματα που μπορούν να ανακύψουν μέσα σε μια σχέση, αλλά μπορεί να είναι και τα ίδια τα τραγούδια, μπορεί να είναι καταστάσεις της ζωής, γενικά πάντως έχει ενδιαφέρον πως όταν φύγει το τραγούδι από τον δημιουργό μπορεί να πάρει διαφορετικές προεκτάσεις.

Rockpages.gr: Τι είναι αυτό που ωθεί κάποιον να ηχογραφήσει ένα σόλο άλμπουμ μακριά από την ομπρέλα ενός κανονικού σχήματος;

Jon: Πάντα ήμουν fan των solo δουλειών καλλιτεχνών που θαυμάζω, αν όντως έχουν λόγο ύπαρξης. Αν είναι να κάνεις κάτι που είναι αρκετά διαφορετικό από το main σχήμα τότε είμαι πολύ υπέρ. Εγώ συνήθως βρίσκω λίγο αχρείαστες κάποιες προσωπικές δουλειές οι οποίες είναι πάρα πολύ κοντά στο κυρίως σχήμα, είτε κιθαριστών, είτε τραγουδιστών. Στη δική μου περίπτωση έχει πάρα πολλά πράγματα τα οποία δεν υπάρχει χώρος να εξερευνήσω όταν γράφουμε με τους Need. Έχουν κομμάτια τα οποία έχουν ως επί το πλείστον σαν βάση την ακουστική κιθάρα, είναι πιο απλές οι φόρμες, είναι πιο mellow σαν κατάσταση και ηχόχρωμα. Οπότε επειδή γενικά μου αρέσει να δοκιμάζω διαφορετικά είδη μουσικής και να παίζω διαφορετικά είδη γενικότερα, είτε είναι acoustic rock, είτε folk, country, blues rock, τα οποία είναι λίγο δύσκολο να χωρέσουν κάτω από την ομπρέλα των Need και θεώρησα ότι είναι μια καλή ευκαιρία να ψάξω να βρω και αυτόν τον χώρο δημιουργικά. Δεν σταματά κιόλας η μουσική το ένα φέρνει το άλλο, το να φέρνεις καινούριο υλικό, ασχέτως του ύφους, πάντα κάπως σε σπρώχνει παρακάτω, έτσι το νιώθω. Και μπορεί η όλη διαδικασία να μου δώσει και άλλο ερέθισμα, όταν με το καλό κάνουμε ένα καινούριο δίσκο με τους Need. Γενικά μου αρέσει να ψάχνω τη μουσική και έτσι ένιωσα πως μπορώ να δοκιμάσω τελείως διαφορετικά μονοπάτια από όσα είχα δοκιμάσει μέχρι τώρα

Rockpages.gr: Άρα δεν έχει να κάνει με τον απόλυτο έλεγχο πάνω στο τελικό αποτέλεσμα και το ότι η όλη δημιουργία περισσότερο συγκεντρωτική;

Jon: Η αλήθεια είναι πως στα τελευταία άλμπουμ των Need βρήκαμε πως μας εκφράζει περισσότερο η ομαδική δουλειά σαν μπάντα, οπότε εκ του αποτελέσματος κρίνοντας και αφού έχουν περάσει χρόνια από τα άλμπουμ, νιώθουμε ότι αυτό το υλικό αντέχει περισσότερο στο χρόνο και έχει να κάνει με την ομαδική δουλειά. Το έχω κρατήσει κάπως με έναν τρόπο σαν mentality στο δίσκο. Παρόλο που είχα τα κομμάτια σαν δομές, πάλι δούλεψα ενορχηστρωτικά στο στούντιο μαζί τη μπάντα που έπαιξε, ώστε να πάρει μια περισσότερο οργανική μορφή το αποτέλεσμα, από το να πάρω πέντε μουσικούς και να πω «παιδιά έχω ακριβώς το πράγμα στο μυαλό μου και θέλω να παίξετε αυτό και αυτό». Θα μπορούσα να το κάνω, αλλά νιώθω πως με αυτόν τον τρόπο συνεργασίας στο στούντιο, στην πρόβα και στην ηχογράφηση προκύπτει κάτι πιο ενδιαφέρον. Και όταν ο άλλος νιώθει μέρος της διαδικασίας νιώθει και το υλικό λίγο πιο δικό του, ασχέτως ποιος είναι ο συνθέτης και βγαίνει στο τελικό αποτέλεσμα καθώς βγάζουν το χαρακτήρα τους

Rockpages.gr: Το Undecided είναι ένα ερωτικό κομμάτι ή μια γενικότερη προσέγγιση για τον χρόνο που φεύγει όπως το ένιωσα εγώ;

Jon: Μ’ αρέσει η προσέγγιση σου. Όταν γράφεις ένα κομμάτι δεν έχει σημασία τι ήθελα να πω εγώ στην πραγματικότητα. Μ’ αρέσει να ακούω διαφορετικές ερμηνείες για το τι εισπράττει ο καθένας από το κάθε κομμάτι. Εμένα όντως μια παλιότερη σχέση μου είχε δημιουργήσει ένα έναυσμα για να το γράψω, αλλά μπορεί να πάει και σε ένα γενικότερο πλαίσιο του τι συμβαίνει όταν δεν είσαι σίγουρος που πάει μια κατάσταση, που πάει η ζωή σου γενικότερα και όντως περνά ο καιρός και δεν ξέρεις τι θες να κάνεις, ποιο είναι το σωστό βήμα και είσαι λίγο μετέωρος.

Rockpages.gr: Γνώρισε μας λίγο με τους υπόλοιπους μουσικούς που παίζουν στο άλμπουμ

Jon: Ο βασικός κορμός του δίσκου χτίστηκε με τον Στέλιο Πασχάλη (τύμπανα) και τον Βίκτωρα Κουλουμπής (μπάσο), το rhythm section των Need δηλαδή, και τον Αλέξανδρο Χρυσοστομίδη στην κιθάρα. Με τον Αλέξανδρο γνωριζόμαστε αρκετά χρόνια, κάναμε μια συνεργασία δυο χρονιές λόγω covid, παίζαμε καθημερινά για μήνες σε μια δουλειά στην Κρήτη και δέσαμε πάρα πολύ. Από κει και πέρα έχω πολλούς αγαπημένους συνεργάτες και φίλους που έχουν συνεισφέρει με τον έναν ή άλλο τρόπο, Γιώργος Κουρέλης (πλήκτρα), Άννα Τάρμπα (backing vocals), Jim Σταρίδας (ενορχήστρωση πνευστών), Σπύρος Νίκας (σαξόφωνο), Βαγγέλης Βασιλόπουλος (τρομπόνι), Κώστας Σαπούνης (τρομπέτα), Βαγγέλης Μόσχος (παραγωγή, μίξη, synths), Έκτορας Τσολάκης (mastering)

Rockpages.gr: Η προσωπική επαφή και φιλία βοηθάει στην καλλιτεχνική δημιουργία; Κάνει πιο εύκολη τη συνεργασία;

Jon: Υπάρχει από τη μία η οικειότητα ότι ξέρεις κάποιους παίκτες και πόσο καλά παίζουν και ξέρεις τι απαιτήσεις μπορείς να έχεις και μετά από χρόνια συνεργασίας με κάποιους ξέρεις και την αισθητική τους, οπότε πάνω κάτω έχεις μια βάση πάνω στην οποία μπορείς να ακουμπήσεις για να προχωρήσει και να στηθεί όλο αυτό το πράγμα. Γιατί μετά από όλα αυτά τα χρόνια που ασχολούμαι με το αντικείμενο, καταλήγω τελικά ότι ίσως το μεγαλύτερο χαρακτηριστικό που μπορώ να ζητήσω από κάποιον μουσικό ή να δω σαν ακροατής, είναι η αισθητική του, πάνω δηλαδή από τις τεχνικές ικανότητες ή τις γνώσεις. Το έχω πολύ ψηλά στις προτεραιότητες μου να ταιριάζουμε σαν αισθητική, δε με νοιάζει να είναι ο καλύτερος παίκτης, να παίζει παπάδες, να κάνει τα υπερσόλο, με νοιάζει να μου λέει κάτι εμένα, και σαν ύφος και σαν ήθος, το σύνολο πραγμάτων που για μένα δημιουργεί τη γενικότερη ατμόσφαιρα ενός τραγουδιού, ενός δίσκου, δηλαδή ξεφεύγει από το στενά εκτελεστικό πράγμα. Μπορεί να γίνει και με top session παίκτες, να τους δώσεις παρτιτούρες και να έρθουν να γράψουν, είμαι σίγουρος πως μπορεί να γίνει και με αυτό τον τρόπο πολύ καλά, αλλά με την προσωπική σχέση και φιλία κάπως το πράγμα γίνεται πιο βιωματικό.

Rockpages.gr: Ποια είναι εκείνα τα μουσικά ακούσματα που σε οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα;

Jon: Μια μεγάλη αγάπη που έχω εδώ και 13 χρόνια είναι ο John Mayer, ένας πολύ αγαπημένος συνθέτης, κιθαρίστας, τραγουδιστής, είναι το θέμα της αισθητικής και πάλι, γιατί έχει παίξει από blues rock μέχρι country και pop ή rnb και μου αρέσει ότι δοκιμάζει διαφορετικά πράγματα και τον παρακολουθώ και σαν συνθέτη και στα θέματα παραγωγής που κάνει. Από κει και πέρα στην αντίστοιχη σκηνή είναι ο Dave Mathews, σε blues rock φόρμες άκουγα πολύ Bonamassa, Gary Clarke Jr., και πολύ παλιό classic rock, όχι με τη σκληρή φόρμα, Neil Young, Simon & Garfunkel, Elton John, Billy Joel, τέτοια πράγματα, ένα vibe Springsteen, ήθελα να σκεφτώ ένα λίγο πιο… αγνό, μπορεί να είναι και λάθος λέξη, όχι τόσο επεξεργασμένο και φορτωμένο, προσπαθήσαμε να το κάνουμε λίγο πιο pure, ήταν κάπως back to the roots ας πούμε αυτό που ήθελα να κάνω, δηλαδή να γράψουμε, να τα παίξουμε 5-6 φορές στην πρόβα και μετά να πάμε να τα ηχογραφήσουμε όλοι μαζί και να βγει ένα αποτέλεσμα λίγο πιο ζωντανό, παρά αυτό το super edited πράγμα το οποίο είναι μια άλλη προσέγγιση, την οποία δεν ήθελα σ’ αυτό το υλικό. Ήθελα να είναι πιο “χύμα”, αν μπορώ να το πω έτσι. Η μαγεία που ανακαλύπτω σ’ αυτούς τους παλιούς δίσκους είναι ότι λόγω τεχνολογίας ή μέσων ακούς πολλές φορές πράγματα τα οποία στη σημερινή εποχή θα θεωρούνταν λάθος, δε θα πέρναγαν takes με κάποιο ψιλολάθος, λίγο φάλτσο ή λάθος νότα στην κιθάρα. Σου λέει ο άλλος παίξτο ξανά, δε γράφουμε σε μπομπίνα, κάνεις άλλο ένα take. Αυτό ήθελα να αποφύγω, ήθελα να πάω σε μια ατμόσφαιρα λίγο πως θα ήταν με ότι γράψουμε στις τρεις μέρες που ηχογραφήσαμε και μετά οκ, κάποια overdubs, αλλά σαν πυρήνας να κρατήσουμε αυτή την ατμόσφαιρα, όπως το κάνανε παλιά. Και σ’ αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και ο δίσκος σαν διάρκεια, όλοι οι δίσκοι που ανέφερα ήταν 35-40 λεπτά γιατί έπρεπε να χωρέσουν στο βινύλιο, μου άρεσε και αυτό

Rockpages.gr: Πριν κυκλοφορήσει επίσημα ο δίσκος βγήκαν στις πλατφόρμες τρία singles, θα έλεγες πως πλέον αυτή είναι και η λογική για την μεγαλύτερη ορατότητα του έργου ενός δημιουργού και όχι κατευθείαν μια συλλογή κομματιών;

Jon: Γενικά είμαι ένας πολύ dyi άνθρωπος, ασχολούμαι πολύ με το κομμάτι της κυκλοφορίας, της παρουσίασης, του promo και γι΄ αυτό το λόγο ψάχνω αρκετά μουσικά κανάλια, music business, διαβάζω άρθρα κτλ Ο κανόνας τα τελευταία χρόνια είναι τα singles, δηλαδή δε θα σου πει κάποιος από τους ειδικούς και μη, πήγαινε βγάλε έναν δίσκο. Βέβαια υπάρχουν αρκετοί κολλημένοι, που επιμένουν να βγάζουν δίσκους σε πείσμα των καιρών, γιατί κακά τα ψέματα, είναι πολύ μειωμένο το attention span του κόσμου με τόσα ερεθίσματα, οπότε είναι λογικό να ποντάρει κάποιος σε ένα single ώστε να μπορεί ο άλλος να αφιερώσεις τέσσερα λεπτά να το ακούσει και κάπως να σε έχει στο μυαλό του σαν καλλιτέχνη, σε σχέση με το να κάτσει να ακούσει ένα ολοκληρωμένο άλμπουμ. Στην προκειμένη είχα στο μυαλό μου να βγάλω τα τραγούδια σαν δείγμα, για να έχει ο κόσμος μία εικόνα τι πάω να κάνω με αυτό τον δίσκο. Αλλά για να είμαι ειλικρινής δεν το σκέφτηκα και τόσο πολύ εμπορικά, στην πραγματικότητα από την ανακοίνωση του δίσκου και για ένα μήνα έβγαλα ανά μία βδομάδα ένα single, ήθελα να τρέξει ο δίσκος και να ακουστεί η νέα δουλειά μ’ αυτόν τον τρόπο, αλλά όχι θυσιάζοντας το concept του άλμπουμ. Δε θεωρώ κακό πράγμα τα singles, πάντα υπήρχαν, και την εποχή του ραδιοφώνου και του MTV, ήταν ένα δείγμα από το άλμπουμ, ακόμα και στα κλασικά στις τεράστιες μπάντες, δε το έβγαζαν για να μειώσουν την αξία του δίσκου, το έκαναν σαν τυράκι, το οποίο συνεχίζεται και στις μέρες μας, απλά με άλλο φορμάτ. Εγώ είχα φανταστεί το άλμπουμ στο μυαλό μου με πλευρές και ας ακούγεται ουτοπικό και ρομαντικό, έφτιαχνα το tracklisting με πλευρά Α και πλευρά Β

Rockpages.gr: Πως θα χαρακτήριζες εσύ το στυλ της μουσικής σου στο άλμπουμ σε κάποιον που δεν έχει ακούσει νότα;

Jon: Θα έλεγα ότι είναι ένα rock άλμπουμ, που ακροπατάει λίγο στο indie rock, λίγο στο blues rock, με βάση τις ακουστικές κιθάρες, αν εξαιρέσουμε δύο τραγούδια τα υπόλοιπα είναι γραμμένα πάνω στην ακουστική κιθάρα, οπότε είναι πολύ εμφανής ο ρόλος της. 

Rockpages.gr: Tο ύφος του κάθε κομματιού το καθορίζουν οι στίχοι, η έμπνευση της στιγμής, η στοχοθέτηση ή η διάθεση σου όταν γράφεις;

Jon: Δεν έχω κάποιο στάνταρ στόχο για το ηχητικό κομμάτι, πιο πολύ την ατμόσφαιρα προσπαθώ να πιάσω. Αν εξαιρέσουμε το τελευταίο κομμάτι (Monsters) το οποίο είχα σκεφτεί ότι θα ήταν μόνο κιθάρα (αρχικά έλεγα ακουστική αλλά τελικά αποφάσισα ηλεκτρική) και φωνή, τα υπόλοιπα βγήκαν σε συνεργασία με τα παιδιά στην πρόβα για το τελικό balance ανάμεσα σε ακουστικό και ηλεκτρικό ήχο, εκεί παίζουν πολύ και οι επιρροές που ανέφερα πριν, ας πούμε ο Dave Mathews έχει πολύ prominent τον ήχο της ακουστικής κιθάρας γιατί είναι ένας ακουστικός κιθαρίστας, παρόλο που έχει full band από πίσω. Ήμουν γενικά ανοιχτός στη διάρκεια δημιουργίας του δίσκου, το Minor Tom ας πούμε έγινε ένα πολύ favorite κομμάτι στα παιδιά που παίξανε, ξεκίνησε καθαρά σαν ένα acoustic based κομμάτι, το οποίο στην πορεία μετά από διάφορες αλλαγές και ζυμώσεις βγήκε με ένα new wave vibe μετά από τζαμάρισμα και εν τέλει η ακουστική είχε λιγότερο ρόλο τελικά σ’ αυτό. Οπότε νομίζω πως μας οδηγεί το κομμάτι και η αίσθηση που θέλουμε να έχει αυτό όταν ολοκληρωθεί

Rockpages.gr: Κάτι η μπλουζ κιθάρα του Streets Of Athens, κάτι οι στίχοι του όπως το all I need is the darkness of my mind έρχεται να κάτσει όμορφα και μελαγχολικά μέσα μας. Στο βγάζουν αυτό οι δρόμοι της πρωτεύουσας από μόνοι τους;

Jon: Ναι, από πολύ μικρός κυκλοφορούσα τη νύχτα και επειδή έχω ταξιδέψει πολύ μπορώ να πω πως δεν έχω βρει κάποιο μέρος σαν την Αθήνα στο κομμάτι αυτό, δηλαδή της αίσθησης που σου βγάζει η πόλη την νύχτα, νιώθω ότι η Αθήνα το βράδυ είναι γεμάτη από διάφορα μονοπάτια που μπορούν να σε βγάλουν στο οτιδήποτε, είτε αυτό έχει να κάνει με το να βγεις με παρέα και να διασκεδάσεις, είτε να πας να δεις κάποιο live, να φας, να βρεις κάποιο ωραίο μπαράκι, ένα στέκι πιο ήσυχο, να τα πιεις με τον κολλητό σου ή μόνος, έχει άπειρες δυνατότητες αυτή η πόλη. Και επειδή τα τελευταία χρόνια γίνεται πιο πολυπολιτισμική και αυτό το βρίσκω ακόμα πιο ενδιαφέρον για το χαρακτήρα της, κυκλοφορώντας στο κέντρο, είτε περπατώντας με ακουστικά, είτε οδηγώντας, βγάζει αυτό το ταξιδιάρικο μελαγχολικό, αλλά όχι όμως θλιμμένο vibe, ένα τέτοιο πράγμα σκεφτόμουν όταν το έγραφα, παρόλο που είχε ξεκινήσει από μία μεθυσμένη νύχτα στο κέντρο της Αθήνας, κάποια στιγμή είχα βρει και το ηχητικό στο κινητό μου όπου ακούγομαι ξεκάθαρα μεθυσμένος να τραγουδάω το κουπλέ, αλλά δεν το σκέφτομαι με κακό τρόπο, κάπως βγάζει μια γλυκιά μελαγχολία να το πω πιο ποιητικά

Rockpages.gr: Ποιος είναι υπεύθυνος για το πανέμορφο εξώφυλλο;

Jon: Εδώ έχει μια πολύ ωραία ιστορία, αυτή την φωτογραφία έχει τραβήξει η φίλη μου Χρυσαλένα Αντωνοπούλου, είναι φωτογράφος και γνωριζόμαστε πάρα πολλά χρόνια, γνωριστήκαμε στο σταθμό της Βικτώριας το 2001 ως νεοεγγεγραμμένοι στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο. Μια μέρα φύγαμε από εκεί και μας σύστησε μια κοινή φίλη όταν περιμέναμε στο τρένο και είναι μια φιλία που κρατάει χρόνια, κατά καιρούς με έχει βγάλει φωτογραφίες και για αφίσες που έχω χρησιμοποιήσει στη δουλειά μου. Το ενδιαφέρον ήταν πως κάπως μου ήρθε αυτή εικόνα, ήθελα το urban στοιχείο, που είναι και πολύ χαρακτηριστικό spot της Αθήνας, πολυφωτογραφημένο αλλά όχι σε βαθμό που να έχει κουράσει, είναι και σε μια περιοχή που την έχω ζήσει πολύ αλλά και σαν σταυροδρόμι πολιτισμών. Αλλά το ενδιαφέρον ήταν όταν τελειώσαμε τη φωτογράφηση τότε μου είπε “θυμάσαι ότι σ΄ αυτό το σταθμό γνωριστήκαμε πριν 22 χρόνια;”

Rockpages.gr: Το άλμπουμ κυκλοφορεί σε μια πανέμορφη έκδοση πράσινου βινυλίου αλλά και σε cd πέρα φυσικά από τις ψηφιακές πλατφόρμες ενώ υπάρχουν και ωραία bundles όπου παίρνει κάποιος το album μαζί με t-shirt

Jon: Και αυτό είναι ένα κομμάτι που έχω φροντίσει πολύ και ήθελα να είναι ένα μέρος της δημιουργίας και του καλλιτεχνικού συνόλου του δίσκου, δηλαδή και το εικαστικό (εξώφυλλο, μπλουζάκια, λογότυπο), μάλιστα ετοιμάζω για το άμεσο μέλλον μερικά ακόμα μπλουζάκια, έχω συνεργαστεί με διάφορους local καλλιτέχνες. Το συζητούσα από τα τελευταία άλμπουμ των Need και είμαι πολύ χαρούμενος που υπάρχει αυτή η ζωντανή σκηνή στην Ελλάδα, φοβερά ταλαντούχους ανθρώπους σε όλα τα επίπεδα, είναι μια έκρηξη καλλιτεχνική που εμένα με χαροποιεί πάρα πολύ να είμαι μέρος αυτής, γιατί μπορείς να βρεις καταπληκτικό επίπεδο, πέρα από φοβερούς μουσικούς αλλά και σε φωτογράφους, βιντεογράφους, διευθυντές φωτογραφίας, γραφίστες, ανθρώπους που φτιάχνουν αφίσες, εξώφυλλα, merchandise, έχω κάνει μια λίστα με ανθρώπους που θα ήθελα να συνεργαστώ και χαίρομαι που μου δίνονται συνέχεια ερεθίσματα για πράγματα που θα ήθελα να κάνω στο μέλλον για να δουλέψω με όλους αυτούς, νομίζω είμαστε πολύ τυχεροί από αυτή την άποψη

Rockpages.gr: Εσύ πως είσαι σαν ακροατής, αγοράζεις ακόμα σε φυσική μορφή;

Jon: Αγοράζω αρκετά, παρόλο που καταλήγω πολλές φορές να ακούω κάποια άλμπουμ στο spotify ή στο youtube. Παρόλα αυτά, επειδή μου αρέσει, έχω μεγάλη συλλογή από cd και δίσκους, είμαι λίγο ρομαντικός σε ότι έχει να κάνει με τις συλλογές μου, προσπαθώ να αγοράσω όσο γίνεται πράγματα. Τα τελευταία cd που έχω αγοράσει είναι της Phoebe Bridgers, αμερικανίδα indie folk, έχω φάει κόλλημα μαζί της, μαζί και κάποια άλμπουμ της Julien Baker, αυτές μαζί με μία ακόμη κάνανε ένα super group της indie σκηνής, τις Boygenius, και έγινε τρομερή έκρηξη ξαφνικά εδώ και δυο χρόνια και παίζουν παντού αλλά κυρίως ακούω τα προσωπικά τους και αυτά έχω αγοράσει σε cd και δύο άλμπουμ του Mac Miller, που είναι άλλη φάση, hip hop/rap που και σ΄ αυτό το είδος υπάρχουν πράγματα που μου αρέσουν. Συν ότι σαν κολλημένος παλιομεταλλάς συμπλήρωσα τη συλλογή μου των Savatage με τις επανακυκλοφορίες που βγήκαν σε βινύλιο, μόλις μου ήρθε το Ghost In The Ruins και έκλεισα για έβδομη ή όγδοη φορά που τα έχω αγοράσει. Γενικά μου αρέσει να παίρνω και καινούριες κυκλοφορίες, μ΄ αρέσει να χαζεύω και στα μεταχειρισμένα για παλιά πράγματα, πολλά από αυτά που είπα πριν, classic rock τύπου Neil Young, Willie Nelson, Elton John, Leonard Cohen, τα παίρνω κατά καιρούς γιατί έχουν τεράστιες δισκογραφίες όλοι αυτοί και έχει τύχει να είμαι σε κάποιο παζάρι, σε κάποιο μαγαζί στο Μοναστηράκι, θα τσιμπήσω κάνα δύο, κάπως έτσι μαζεύονται στίβες με cd που προσπαθώ να τα ακούσω

Rockpages.gr: Πόσο εύκολο ήταν να γράψεις στίχους για το άλμπουμ;

Jon: Είναι τραγούδια που έχουν γραφτεί στη διάρκεια αρκετών χρόνων, δε θα πω ούτε ότι ήταν εύκολο, ούτε δύσκολο, υπήρχαν συγκεκριμένες περίοδοι που ένιωθα πιο δημιουργικός, οπότε κομμάτια σαν το Undecided, το Streets Of Athens, το 360, το Monsters βγήκαν σε μία δόση, κάποια άλλα θέλανε περισσότερη δουλειά, το Minor Tom είχα γράψει το μισό και μετά ήθελα να συνεχίσω την ιστορία και μου πήρε μήνες να το τελειώσω, είναι ανάλογα με το θέμα του τραγουδιού και με την έμπνευση της στιγμής. Είμαι από αυτούς που δουλεύουν πολύ με το ερέθισμα, αν έχω κάποιο συγκεκριμένο μπορεί να αρχίσω να γράφω και να μη σταματάω. Αλλά πολλές φορές μπορεί να γράψω δυο ιδέες και μετά να μου πάρει μήνες να τελειώσω κάποιο τραγούδι. Είναι πολύ αβέβαιο αλλά δούλεψα αρκετά και το στιχουργικό κομμάτι, πείραξα πράγματα, άλλαξα, έσβησα, κάπως ένιωθα ότι χρειάζεται να πάρει αυτό το έξτρα βάρος. Δεν ξέρω πόσοι ακόμα διαβάζουν στίχους αλλά είναι η συνήθεια, σκέφτεσαι ότι θα το κάνεις ακόμα και για τους πέντε ανθρώπους που θα κάτσουν να το διαβάσουν, γι΄ αυτό το λόγο έχω βάλει και τους στίχους μέσα στο βινύλιο, υπάρχει ένθετο με τους στίχους και έχω βάλει και κάποια liner notes με κάποιες μικρές ιστορίες σε σχέση με κάθε τραγούδι που επίσης όταν τα έγραφα σκεφτόμουν ποιος θα κάτσει να διαβάσει, αλλά ακόμα και για τον έναν μ΄ αρέσει και αξίζει.

Rockpages.gr: To κομμάτι Monsters λέει «πρέπει να προσπαθήσω περισσότερο, να παλέψω περισσότερο, αλλά δε θα το κάνω», είναι μια δήλωση παραίτησης μετά από απογοήτευση;

Jon: Είναι βασικά αυτό που ο καθένας βιώνει, αυτές τις μικρές ήττες που έρχονται μαζί με τις μικρές νίκες όπως λέει και το όνομα της εταιρείας (σ.σ. One Little Victory Records), είναι λίγο η καθημερινή πάλι που δίνει ο καθένας μας, που σκέφτεσαι πως πολλές φορές δεν έχεις κουράγιο για να συνεχίσεις μια προσπάθεια, αλλά ξυπνάς την επόμενη και είναι μια καινούρια μέρα, οπότε ήταν μια προσπάθεια έκφρασης αυτού του συναισθήματος, πολλές φορές νιώθεις ότι δεν μπορείς άλλο αλλά συνεχίζεις, είναι κάπως το σκαμπανέβασμα της καθημερινότητας μας

Rockpages.gr: Ποια είναι τα τέρατα;

Jon: Οτιδήποτε μπορεί να τρομάξει, να σε τραβήξει κάτω, να σε κρατήσει πίσω, οι φωνές μέσα σου που σου λένε δεν είσαι αρκετά καλός, δε θα τα καταφέρεις, όλα μπορούν να είναι τέρατα που να σε τρώνε και να ροκανίζουν το μυαλό και την ψυχή σου. Το καλό είναι ότι υπάρχει τρόπος πολλές φορές και να εξαφανιστούν, σ΄ αυτό ελπίζουμε.

Rockpages.gr: Ένα κομμάτι που μου έκανε εντύπωση λόγω τίτλου είναι το Minor Tom που είναι και μια αναφορά στη φρίκη του πολέμου σωστά;

Jon: Αυτό το τραγούδι μου φάνηκε και μουσικά challenging. Ήθελα να γραφτεί σε μια απλή φόρμα, είχα προαποφασίσει αρμονικά θα το δουλέψω σε τρία ακόρντα, ήθελα να το κάνω σαν πείραμα, να βγει κάτι ενδιαφέρον στα δικά μου αυτιά. Μετά άρχισα να παίζω σ΄αυτές τις στιχουργικές φόρμες που είχαν μια επιρροή hip hop, που είχαν κάποιες ομοιοκαταληξίες μέσα στο στίχο, νομίζω τη λένε εσωτερική ομοιοκαταληξία. Όλο αυτό το παιχνίδι με το “ground control” που παραπέμπει φυσικά σε Bowie, όλο ξεκίνησε από ένα άρθρο που είχα διαβάσει, ενός ανθρώπου έφυγε από τη χώρα του και ήρθε στην Ελλάδα εξαιτίας του πολέμου και με έβαλε σε μια διαδικασία να γράψω μια ιστορία πιο universal, η οποία να μιλάει για το τι συμβαίνει στον πόλεμο, γιατί αυτή είναι μια κατάσταση την οποία βιώνει η ανθρωπότητα ασταμάτητα, δεν έχει σταματήσει ποτέ να βιώνει πολέμους και καταστροφές, είναι πάντα επίκαιρο, αλλά προσπάθησα να το δω από τα μάτια ενός ανθρώπου που έχει βιώσει την απώλεια και τι του αφήνει αυτό πίσω ψυχικά. Ένας από τους αγαπημένους στίχους είναι μέσα σ’ αυτό το τραγούδι, ο οποίος λέει “there’s no victory in war”, πιστεύω πως δεν υπάρχουν νικητές στον πόλεμο, μόνο χαμένοι.

Rockpages.gr: Υπάρχει περίπτωση να ακούσουμε τα κομμάτια στη σκηνή;

Jon: Αυτό είναι κάτι που σκέφτομαι αλλά δεν υπάρχει πλάνο να γίνει κάτι άμεσα όπως μια παρουσίαση δίσκου. Αυτό που είναι κανονισμένο να γίνει είναι κάποια ακουστικά live, τα οποία θα κάνω μαζί με τον κιθαρίστα Αλέξανδρο Χρυσοστομίδη, θα στήσουμε την φάση σαν acoustic ντουέτο, όπου θα παίξουμε τα περισσότερα κομμάτια του δίσκου με δύο ακουστικές κιθάρες συν κάποιες αγαπημένες διασκευές. Επειδή αυτό είναι πιο εύκολο να κλειστεί και να μετακινηθεί, θα παίξουμε και εκτός Αθήνας. Θα παίξουμε σε διάφορα αγαπημένα στέκια στην Αθήνα αλλά έχω ήδη κλείσει κάποια live σε Σπάρτη, Ναύπλιο, Αγρίνιο και λογικά σε Άρτα, Καλαμάτα, Γιάννενα, Ξυλόκαστρο αλλά θέλω να πάω και προς τα πάνω που έχω αγαπημένα στέκια, Θεσσαλονίκη, Σέρρες και να κατέβω Λάρισα, Τρίκαλα κτλ Υπάρχουν πολλά μαγαζιά που μπορώ να παίξω άμεσα με αυτό το φορμάτ. Από κει και πέρα αν τα πράγματα πάνε καλά με το πρόγραμμα μου ίσως προς την Άνοιξη γίνει κάτι σε full band. Θέλω να κανονίσω κάτι αλλά επειδή είναι κάτι το οποίο απαιτεί πολύ δουλειά, προετοιμασία και πρόβα από τη μεριά της μπάντας για να βγει αυτό το υλικό όπως το φαντάζομαι. Δε θα ήθελα να το κάνω για να παίξουμε απλά ένα live, σκέφτομαι ίσως αν το συνδυάσω με ένα mini tour στην Ελλάδα ή σε κάποιο από τα καλοκαιρινά φεστιβάλ ή ακόμα και στο εξωτερικό, προσπαθώ να αναζητήσω μια κατάσταση ώστε αυτό το πράγμα να είναι και κάπως βιώσιμο

Rockpages.gr: Γιάννη σ’ ευχαριστώ θερμά για την παρουσία σου στο Sounds Of Decay! Τα τελευταία λόγια ανήκουν σε σένα.

Jon: Ευχαριστώ κι εγώ για την κουβέντα, το χάρηκα πολύ. Ελπίζω όσο περισσότερος κόσμος να ακούσει το δίσκο και αν του αρέσει να στηρίξει, να τα πούμε εκεί έξω σε κάποιο live. Γενικά καλή δύναμη σε όλους, να στηρίζετε την τέχνη, γιατί υπάρχει πολύ καλή τέχνη σε όλα τα επίπεδα, έχετε τα μάτια και τα αυτιά σας ανοιχτά.

Μπορείτε να ακούσετε ολόκληρη τη συνέντευξη εδώ: